Κατουράω ή χέζω, με άλλα λόγια πάω τουαλέτα.
Δηλαδή η λεκάνη της τουαλέτας παρομοιάζεται με την κάλπη και το ούρο/σκατό με την ψήφο.
Επίσης λέγεται συχνά και το συνώνυμο «ρίχνω μια πιστολιά».

Μάγκες μισό, πάω να ρίξω μια ψήφο κι έρχομαι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
ο αυτοκτονημενος

εχω δει και καδους απορηματων με την επιγραφη καλπη