Αυτό που υφίστασαι από το μπίρι-μπίρι, ειδικά όταν δεν το θέλεις.

Έκφραση που την χρησιμοποιούσαν παλαιότερα, αλλά μάλλον περιέπεσε σε αχρηστία.

Οπότε γανώνω = μπιριμπιρίζω και γανωτής = ο μπιριμπιριτζής

Από το αρχαίο ρήμα γανόω = γυαλίζω χάλκινα αντικείμενα. Η επικασσιτέρωση κυρίως των σκευών που σχετίζονται με την παρασκευή φαγητού.

  1. - Μας βρήκε εύκαιρους ο Κώστας και μας άρχισε στο γάνωμα.

  2. - Τί σου έλεγε τόση ώρα ο Μπάμπης ρε συ;
    -Τί να μου έλεγε; με γάνωσε ο πούστης!

  3. - Έχει λέγειν ο Δημητράκης έτσι;
    -Τί λέγειν ρε; μέγας γανωτής είναι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Galadriel

«Μου 'χεις γανώσει το κέρατο». Αγαπημένη έκφραση.

#2
patsis

Άντε ρε, υπήρχε αυτό; Εγώ το ξέρω σαν «μου γάνωσε το μυαλό».

#3
MXΣ

To ρήμα ρέϊ είναι γανιάζω, isn't it;