Υπερθετικός του μαλάκα.

Απ'το λατινογενές grande που σημαίνει μέγας.

Βλέπε και λήμμα μαλέφας

  1. - Έκαψε τον κινητήρα απ'το καινούριο το τογιότα που πήρε, επειδή δεν άλλαξε λάδια.
    - Αφού στο'πα είναι γκράντε μαλάκας.

  2. - Της πέταξε ένα φορτηγό λουλούδια, μπας και γαμήσει, αλλά τίποτα.
    - Από γκράντε μαλάκα, τι περίμενες...

(από Galadriel, 12/10/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
ο αυτοκτονημενος

γκαντίσιμο μαλακέρος

#2
ο αυτοκτονημενος

γκραντίσιμο

#3
GATZMAN

Σωστός!

Ωστόσο παίζει και κάτι άλλο εδώ. Θα μπορούσαμε να το πούμε και ως: γκρ..άντε μαλάκας, που εκφράζει πέραν του μεγέθους της μαλακίας (γκράντε), τη συσσωρευμένη οργή (γκρ) από τη μαλακία που έγινε, αλλά και την ανάγκη να φύγει η επιρρόη του μαλάκα από μας (άντε). Χρειάζεται όμως μικρή παύση ανάμεσα σε γκρ&αντε, για να μη χαθεί το γκράντε.

#4
Επισκέπτης

Συνώνυμο : ΜΥΘΙΚΟΣ μαλάκας !

#5
GATZMAN