Το ακριβές αντίθετο του ξηγιέμαι σκουληκιάρικα.

Για το ξηγιέμαι δες ξήγας, ξηγιέμαι. Για το μόρτικα δες μόρτης και μόρτιμερ, ο.

Ετυμολογία: μόρτης < ιταλικό beccamorti = τυμβωρύχοι- νεκροθάφτες < becca- (<becco = ράμφος, σκαπτικό εργαλείο < beccus λατινικό κελτικής προέλευσης) και morto = νεκρός (< λατινικό mors = θάνατος).

Ξηγιέται μόρτικα το Σοφάκι, ούτε το περίμενα. Ποια σου δίνει ρε κώλο απ' τον πρώτο μήνα την σήμερον ημέρα;

Βλ. παράδειγμα vikar εδώ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

#1
Hank

Ξηγιέται μόρτικα ο Κων/νος Χαλδού!

#2
poniroskylo

Στο αδελφό σάιτ urban dictionary και συγκεκριμένα εδώ, βρήκα το εξής ενδιαφέρον για την προέλευση της λέξης beccamorto. Βecco το ράμφος όπως λέει ο ντέρτι, το ρήμα beccare που θα πει τσιμπάω, becca γ' ενικό οριστικής ενεστώτα και beccamorto ο τύπος που τσιμπούσε με δύναμη στα δάχτυλα χεριών ή ποδιών για να δει αν ο τύπος που φαινόταν πεθαμένος ήταν όντως πεθαμένος. Αυτά μάλλον στα χρόνια της πανούκλας, όπως έχει αναφερθεί στα σχόλια στο λήμμα μόρτης.

Ίσως να σχετίζεται και με τη μάσκα με ράμφος που φορούσαν οι γιατροί στα χρόνια της πανούκλας (βλ. μήδι). Επρόκειτο για μια πρωτόγονη μάσκα αερίων που υποτίθεται ότι προφύλασσε από τα μιάσματα που και καλά προκαλούσαν την πανούκλα. Στο δε ράμφος μέσα έβαζαν διάφορα αρωματικά χόρτα, επίσης για προστασία.

#3
HODJAS

Εγκλέζικα: Pillar Beak = Στυλιανός Ράμφος