Γκόμενα που πάει κάπου κουνιστή. Από το «σεινάμενη», δηλ. το «σείομαι», «σείεμαι». Και το «λυγάω», όπως «λυγάω την μέση». Γενικά, για κάποια που κάνει τα γλυκά μάτια, θέλει να προσελκύσει την προσοχή κ.ο.κ. Υπάρχει και ο κουνάμενος σεινάμενος, που είναι μπούστης.

- Για πού τό 'βαλες σεινάμενη λυγάμενη;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
tryager

Η κανονική έκφραση είναι « συνάμενη κουνάμενη » το «συνάμενη λυγάμενη» είναι παραφθορά αυτής. Εκτός από το κουνιστή έχει την έννοια του ανυποψίαστου («μεσ΄την καλή χαρά») ατόμου που πάει ή έρχεται κάπου. Το «συνάμενη» δεν υπάρχει στα λεξικά, μάλλον προέρχεται από το επίρρημα συνάμα= συγχρόνως, αν κρίνουμε από το νόημα που έχει π.χ. στην παρακάτω πρόταση: « Βλέπεις σκοτωμούς στην Κένυα, σκοτωμούς στο Ιράκ, πείνα και δυστυχία παντού, βλέπεις εικόνες σαν αυτή και μετά, να και μία συνάμενη κουνάμενη με τη χλέπαστο μαλλί και το σοβά στη μούρη, να σου λέει........ Πάρτε αυτόν τον σοβά... (που θα 'ναι κι ακριβός μετά τόση διαφήμιση), γιατί σας αξίζει......»

#2
BuBis

Μήπως ο κουνάμενος σουρνάμενος είναι ένας γκέι που σέρνεται, δηλαδή λιάρδα;

#3
poniroskylo

Νομίζω ότι έχει γίνει μια μικρή παρεξήγηση για ορθογραφικούς λόγους, δλδ δεν είναι συνάμενος, -η αλλά σεινάμενος, -η, με -ει και όχι με -υ. Με αυτή την ορθογραφία υπάρχει στα λεξικά π.χ. στον Τριανταφυλλίδη

*σεινάμενος -η -ο *[sinámenos] E5 : στην έκφραση σεινάμενος (και) κουνάμενος, για κπ. που εμφανίζεται κάπου με αδικαιολόγητη άνεση και αμεριμνησία. [σει(έμαι) -νάμενος κατά το κουνάμενος]

Και όπως λέει και το λεξικό, προέρχεται από το σείεμαι ή σειέμαι (δλδ κουνιέμαι, όπως σεισμός) και όχι από το σύρομαι ή το συνάμα

#4
trash

Θενξ, έστειλα αναφορά, τα εύσημα στο σκυλί.

#5
baznr

Σεινάμενη κουνάμενη είναι η μεστή περιγραφή του βυζούμπες που τρέμουν, κουνιστός κώλος

#6
iron

α καλά... εγώ το ξέρω «κουνάμενη λυγάμενη», κουκουρούκου!