Μυρμήγκι που τσιμπάει άμα λάχει.
(Κρητικός ιδιωματισμός).

Γιαγιά: - Παλουκώσου και διάβαζε βρε διαολή! Μελιτάκους έχεις στον ποπό σου ;

(από σφυρίζων, 09/12/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
xalikoutis

ας ανέβαζες το «μελιτάκους έχεις στον κώλο σου» ρε χότζα'

#2
HODJAS

Αμάν σχολαστίκα που' σαι αδρεφέ μου ! Ρε τί θυμωσσ(ι)άρηδες που' στε οι Κρήτες ! Πως αρ(ι)τσώνεστε και τσιμουριάζετε έτσι ; (Ημαθία)
Αντιπαρέρχομαι και σοι αφιερώ το γνωστό και πονηρό :
[I]Που παντρευτεί πολλά μικρή και γεροντάκι παίρνει
«φωθιά» ! του λέει, «καίγομαι» !
κι αυτός, νερό τση φέρνει.[/I]
(τη γκορόιδα ο γέρων)

#3
xalikoutis

καλό το μαντιναδάκι χότζιρα, αλλά γράφε ντρέτα να ούμε... για την ιστορία μελίτακας στ' ανώγεια, μελιγκούνι στα σφακιά

#4
HODJAS

στόσσσσσσσσστ

#5
iron

Κρητικά
Ήφαγενε ο αβόρθακος σαράντα μελιτάκους και κρούφτηκε

Κυπριακά
Εμπούκωσε ο βόρτακας σαράντα λίμπουρους κι απόσκασε

Κοινή ελληνική Έφαγε ο βάτραχος σαράντα μέρμηγκες κι έσκασε.

#6
Μητσάκος

Κρητική κατάρα:''E,πού νά καβαλικέψεις τον μελίτακα καί να μήν ακουμπούν τά πόδια σου κάτω !'' (Τήν άκουσα από Κρητικό)

#7
σφυρίζων

Califormication