(Ημαθία): Το «ελεύθερο» στη μπάλα (=είδος ποδοσφαίρου, που παίζεται στο τσιμέντο των ελληνικών πόλεων).

Παραφθορά εκ του Αγγλικού free kick, αλλά όχι βέβαια σύμφωνα με τους κανονισμούς της F.I.F.A. (!) Δηλαδή, όταν πετούσαμε τη μπάλα ψηλά, (να «σκάσει» κάτω τρεις φορές), είτε στην αρχή του παιχνιδιού, προκειμένου να πάρει τη μπάλα μια από τις δυο ομάδες, είτε κατά την διάρκεια του παιχνιδιού, εν είδει ελευθέρου σουτ.

Ρήμα: Πετάω φιρικί.
Συνώνυμο: (Ρίχνω) στον κούτουπο (Πάτρα) / πλακωτούρα

(Ημαθία) = Πετάω κάτι ψηλά κι όποιος το πιάσει του ανήκει (όχι όμως μπάλα, αλλά π.χ. χρήματα, υπερατού κτλ).

Ανάλογο, αγγλιστί: Finder's - keeper's.

-Γιατί δε δίνετε φάουλ ρε ; Αφού με σακάτεψε !
-Τζατζάρισμα ήτανε !
-Καλά ρε, μην τσακώνεστε, έλα, ντάξει, θα πετάξουμε φιρικί.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
patsis

Πετάω κάτι ψηλά κι όποιος το πιάσει, του ανήκει HODJAS Εγώ το ξέρω ως «γιάχμα», άγνωστης ετυμολογίας.

#2
HODJAS

Για το γιάγμα, κάτι αναφέρουν οι Πετρόπουλος και Πικρός, στο context γιουρούσι, γιούρια, γιούρου. Τούρκικης προελεύσεως και μάλλον επιθετικό πρόσταγμα.

#3
BuBis

από το yağma, τουρκικότατο που λέει και ο Χότζας στο τζαμί.

Σημαίνει λεηλασία και λεηλατώ αλλά και τα λοιπά απο πάνω.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πρόταση σαν το «δρυός πεσούσης πας ανηρ ξυλεύετω», ένα πράμα.

Eπίσης χρησιμοποιείται σαν φράση: με τίποτα ή ούτε με σφαίρες.

#4
BuBis

μια μικρή διόρθωση, yağma yok σημαίνει με τίποτα, αδύνατο... και προφέρεται νομίζω γιαγμά...

#5
HODJAS

Τσόκ σεκελερέ καρντάσια ...