Μετωνυμική αναφορά στο πρόσωπο του γνωστού λαϊκού βάρδου, υπό την ιδιότητά του, ως κλαψομούνη εις πλείστους όσους στίχους του ρεπερτορίου του.

Για το λόγο αυτό, οι ακροαταί του Στελάρα, φύσει ή θέσει ντετερμινισταί, αδυνατούσι να αποδώσωσιν εις την ζωήν των την αληθήν επαγωγικήν σχέσιν αιτίου-αιτιατού στις παραδόξως αυξανόμενες με γεωμετρικήν πρόοδον συφορές τους. Μόνος τους σύμμαχος, (η έρμη) η μανούλα τους.

Για όλα φταίνε (κατά σειράν ιεραρχίας):

  • Η θέσις των ουρανίων σωμάτων (βλ. άκου θλιμμένε ουρανέ κτλ.)
  • Η σκρόφα η μοίρα (ποίο απ' όλα να πρωτοπιάσεις;)
  • Ο ψεύτικος ο ντουνιάς (βλ. μη ζητάς να δείς καλό, μπέσα μη ζητάς κτλ.)
  • Ο άδικος ο ξεριζωμός (βλ. πήγα στον Ερυθρό Σταυρό και στις αναζητήσεις κτλ.)
  • Η κακούργα η μετανάστευση (κακούργα ξενιτειά, που πήρες απ' τον τόπο μας τα πιο καλά παιδιά κτλ.)
  • Η καταραμένη η φυματίωση (βλ. στα πεύκα και στα έλατα κτλ.)
  • Το υπερβολικό το κιμπαριλίκι (βλ. απο την καλοσύνη του σ' ετούτο τον πλανήτη, τού πήραν όλα τα λεφτά του πήραν και το σπίτι κτλ.)
  • Η πλανεύτρα η γυναίκα (βλ. τώρα ο σκύλος έφυγε, από ντροπή και πόνο, πού 'βλεπε εμένα-στα προδομένα, τα χάδια σου να λιώνω κτλ.)
  • Το ξερό του το κεφάλι (βλ. Μα κανένας δε μου φταίει για το χάλι μου, σπάσιμο θέλει το κεφάλι μου κτλ. - σ.ς. η μόνη ορθολογική εξήγησις).

    Ο Καρτέσιος ωχριά μπροστά στη δύναμη του στίχου και ο Τζων Λοκ αναγκάζεται ν' αναθεωρήσει τας απόψεις του, προϊούσης της φωνάρας του πολύπαθου Στέλιου.

Διότι, ο Στελάρας μας, αν και γκαντέμης, έκανε (εδώ που τα λέμε) θείες τσαλκάντζες με το λαρύγγι του, αλλά τί τα θες ; Τόνε πολεμάγανε οι Οβραίοι. Μπορείς να δεις προκοπή;

Βέβαια, ειρήσθω εν παρόδω, για τα ανωτέρω υπάρχει λογική εξήγηση: Ο Στελάρας τραγουδούσε όντως για πολύπαθους ανθρώπους με ελαχίστη εγκύκλιο παιδεία και ιδίως σε χρόνους ταραγμένους (50'ς, 60'ς κ.λπ.), που δε σηκώνανε ορθολογιστικές και άρα αναγκαστικώς πο-λι-τι-κές εξηγήσεις της ταλαιπώριας που τράβαγε ο κοσμάκης. Το 'ριξε λοιπόν κι αυτός σε, ερήμην, μουσικές μηνύσεις κατ' αγνώστων (π.χ. η μοίρα, η αδικία κ.λπ.) και μείνανε όλοι ευχαριστημένοι...

Ούτω πώς, ο τύπου «καζαντζίδη» (διότι Στέλιος είναι μόνον ένας!), παρά το γεγονός ότι παρήλθαν επιτέλους, τα δύσκολα και πονηρά εκείνα χρόνια κι ότι ο άνθρωπος έφτασε στο φεγγάρι, συνεχώς μεμψιμοιρεί, καταριέται τα στοιχεία της φύσεως και αποζητά τη μανούλα του, κάθε φορά που τυχαίνει σε αναποδιά.

Συνώνυμα: Στέλιος, Στελάρας, κλαψομούνης, ποιοτικός κτλ.

-Τώρα θα φέρω διπλές και θα ξεπλακώσεις !
-Ασσόδυο... Αφήνεις παραμαμά!
-Φτούουου! Πανάθεμα την τύχη μου τη ρημάδα! Dεν τα ξέρω εγώ; Τί τα θέλω και παίζω αφού δε με θέλει;
-Άσε την κλάψα ρε καζαντζίδη και παίζε κεί πέρα ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Hank

Xaxa! Πολύ καλό!

#2
xalikoutis

σόρυ που παρεμβαίνω και πάλι αλλά σπεκ και πάλι σπεκ, είσ' ωραίος και μας ανοίγεις τα μάθια, φαντάσου πχ νόμιζα ότι ο σκύλος είναι του μαργαρίτη

#3
GATZMAN

Ωραίος!

#4
allivegp

Nα μη συγχέεται ο Καζατζίδης με το «καζατζό», που είναι σε ελ απόδοση ο κοζάκικος χωρός (kasachok)

Το Καζατζό, το συναντάμε στους στίχοι των Ημίζ (Πάμε όλοι μαζί):

[I]KGB το κασετόφωνο να παίζει Καζατζό
Πάλι έσβησε ο διάολος τράβηξε το τσοφ
Φραπεδιέρα Τελεμάρκετινγκ ρουφάω το κατράμι
Μαύρο το ταριφόχερο έξω από το τζάμι[/I]

Το Kasachok, πάλι, το συναντάμε στο Rasputin των Boney M:

[I]He ruled the Russian land and never mind the czar
But the kasachok he danced really wunderbar
In all affairs of state he was the man to please
But he was real great when he had a girl to squeeze[/I]

Ουφ, τά 'πα και ησύχασα!

#5
Hank

Μπράβο Αλλίβε! Μας μόρφωσες!

#6
knasos

Όποιος βρεθεί στα κοιμητήρια της Πυλαίας στο δρόμο της Θέρμης να μην ξεχάσει να αποτίσει φόρο τιμής στο άγαλμα του Στέλιου και στον τύπο που πουλάει λουλούδια ακριβώς απέναντι. Επίσης στην καντίνα που βρίσκεται στην είσοδο-έξοδο, ανάλογα με την κατεύθυνση, της Αθύτου Χαλκιδικής να φάτε βρώμικο. Μπορεί από μακριά να φαίνεται ΣΤΕΛΑΡΑΣ αλλά αν πάτε πιο κοντά θα δείτε πως στην ουσία είναι Σ. ΤΕΛΑΡΑΣ. Αλλά κάτι είναι κι αυτό.

#7
Hank

Χαχα, προσκύνημα σκέτο!

#8
knasos

Όταν βρεθώ κατά κει θα τραβήξω μια φωτογραφία γιατί πραγματικά αξίζει!

#9
allivegp

Έχει απόλυτο δίκιο ο knasos, έτσι ακριβώς είναι. Μάλιστα, στο Στελάρειο ηρώο, υπάρχει και μια ...βάρκα, με το όνομα «Γεσθημανή», προφανώς από τη μητέρα του Στελάρα. Για δε την ανέγερση του ηρώου, καταλυτικό ρόλο διαδραμάτισε ο έναντι ανθοπώλης, χάρη βέβαια και στο ζήλο που έδειξε και ο Νομάρχης στο αίτημα. Επίσης, ο δρόμος που περνάει μπροστά από τη κοιμητήρια, έχει μετονομαστεί σε οδό «Σ. Καζατζίδη».

#10
allivegp

...Kαι εκεί ετοιμάζομαι να πάω τώρα, γιατί εκεί είναι το Πράκτικερ, για να πάρω τάσια γιατί σήμερα μου βγήκε το ένα, χωρίς να καταλάβω πού πήγε το γαμημένο .

#11
Επισκέπτης

Καρντάσι είσαι άλιβε; Να βρεθούμε να πάμε κατά Χαλκιδική μεριά καμιά φορά!

#12
allivegp

Θα είμαι Ασπροβάλτα τοσουκού . Τιγκανά σε καμιά ωρίτσα

#13
Vrastaman

Σπέκια, το κορυφαίο σου λήμμα!

#14
Επισκέπτης

Ά ρε φίλε, κι εγώ Ασπροβάλτα θα είμαι αλλά από την άλλη μεριά, δε βολεύει (κατά το γνωστό ανέκδοτο με τον ταξιτζή στις Βρυξέλλες).

Είμαι Αθήνα σε ένα φίλο οπότε μάλλον άλλη φορά.

#15
HODJAS

Φχαριστώ σας, αφεντάδες μου (σεμνή υπόκλιση).

#16
allivegp

@Κνάσος: Καλή και η Αθήνα, αλλά σαν την Ασπροβάλτα δεν έχει.

#17
vikar

Ε δέν είναι κι' οτι ο Καζαντζίδης είχε τελείως κατεστραμμένες κεραίες --να παίξει το τρίτο βίντεο παρακαλώ.

#18
Khan

Ωραίος Αιδεσιμοσλανγκιώτατε!

#19
PUNKELISD

Καζαντζίδη φωνάζανε τον γάιδαρο της γιαγιάς μου, γιατί είχε τη δυνατότερη φωνή στο χωριό!

#20
vikar

Πάντως, μου φαινόταν απο πάντα ενδιαφέρον απο κοινωνική ή πολιτική σκοπιά, οτι τραγουδιστικά είδη που αναπτύχθηκαν για δεκαετίες και που στους κόλπους τους έδρασαν και δρούν πραγματικά τίμιοι καλλιτέχνες, φτάνοντας σε απίστευτα βάθη απο μουσικής άποψης, τέτοια μουσικά είδη παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό μάλλον αφελή, όποτε επρόκειτο για τον στίχο. Βλέπε ρεμπετολαϊκό μας τραγούδι, ή βλέπε αμερικάνικη μπλούζ και τζάζ...

Και απ' την άλλη, μουσικές στιχουργικά διεισδυτικότατες, πολύ συχνά να μένουν στη μουσική ευκολιά (βλέπε πάνκ ή χίπ-χόπ πιχί).

Φυσικά, καί στις δύο περιπτώσεις, υπάρχουν φορές που η σοβαρότητα καί στους δύο άξονες μουσικό και στιχουργικό δίνει διαμάντια, αλλα απ' όσο καταλαβαίνω και ακούω, αυτές οι φορές σπανίζουν. Πλάκα-πλάκα, δύσκολο πράμα το τραγούδι.

#21
iron

χμ, ναι, άμα στίχος και μουσική ήταν ισαξίως υψηλά, θα είχαμε lieder.

#22
betatzis

Βίκαρ, δίκιο έχεις, γι΄αυτό θα μου λείψει ο Ρασούλης.

Πάντως άλλο πράγμα η επιθυμητή απλότητα που σπάει κόκαλα και άλλο πράγμα η αφέλεια. (Αυτό λες και συ με την τελευταία παράγραφό σου). Ο πρώτος που μου έρχεται στο νου είναι ο (στιχουργός) Άκης Πάνου. Και φυσικά κάποια ρεμπέτικα.

Ίσως έχει να κάνει με το ότι η λεγόμενη αυθεντικότητα συνήθως δεν συμβαδίζει με σπουδές, μόρφωση, πτυχία κλπ., όλα αυτά δηλαδή που μπορεί να κάνουν κάποιον να γράψει πιο «ψαγμένο» στίχο.

Και βέβαια τα λαϊκορεμπέτικα, κάποια στιγμή, νομίζω μετά το 1950, αποτελούσαν απ΄ότι έχω καταλάβει περισσότερο ανθηρή βιομηχανία παρά αυθεντική «από τα κάτω» λαϊκή έκφραση. Έχω την εντύπωση ότι από το 1950 και μετά γράφτηκαν τα περισσότερα από τα αδύναμα στιχουργικά τραγούδια, π.χ. τα ινδικά.

Ντάνκερ.

Βλ. και την προτελευταία παράγραφο του Χότζα, που κάπου εδώ θα μπουκάρει.

#23
iron

χαχαχα, τον έχουμε πάρει χαμπέρι πια αυτόν τον τύπο!

#24
betatzis

Ξέχασα να αναφέρω τον Βίρβο, που είναι και η προσωπική μου φαβορίτα.

#25
HODJAS

Α.

Κττμγ υπάρχουν δυο τάσεις, που σαρακοφάγανε τη λαϊκή μουζική: Μια ενδολαϊκή (δηλ. απο λαϊκούς τραγουδιάρηδες-στιχουργούς-συνθέτες που ξεφτίλισαν την ίδια τους την παράδοση χάριν ευκολίας, αρχής γενομένης απ’ τον Στελάρα που ενώ είχε απο τις ωραιότερες φωνές και ξεκίνησε με ρεμπέτικα, στην συνέχεια τα απαρνήθηκε προτιμώντας να κλαουνίσει για Μαντουμπάλες-Ζιγκουάλες) και μιαν εξωλαϊκή (απο κάτι ντιντήδες που αποφάσισαν «ν’ αφουγκρασθούν τον λαϊκό καημό», «να εξυψώσουν το πρωτόλειο» και κάτι άλλα τέτοια αποικιακά).

Σήμερα, το λαϊκό τραγούδι έχει πεθάνει και η δημοτική μουσική έχει κατασυκοφαντηθεί (στην καλύτερη θεωρείται φολκλόρ – στην χειρότερη χωριατιά) κι όπου/όπως παίζεται δικαιολογεί τις συκοφαντίες αυτές, ενώ αντίστροφα το ανούσιο σκυλάδικο μεσουρανεί και οι ασυναρτησίες του «εντέχνου» (βλ. παρακάτω) μακάρι να δακρύβρεχαν μόνο την ακμή των πρωτοετών φοιτητριών απο την επαρχία...

Όπως παρατηρεί κι ο μπέτα, η λαϊκή μουσική (και οι εντόπιες παραδόσεις) άρχισε να ξεφτίζει τελεσίδικα μετά τον ΒΒ ΙΙ και ιδίως μετά την οριστική ήττα των νεοελλήνων ν’ αποφασίσουν για την μεταπολεμική διακυβέρνησή τους.

Οι Αμερικανοί μπορεί να μας ξεκώλιασαν πολιτισμικά λόγω οικονομικής και τεχνολογικής υπεροπλίας, αλλά δεν φταίει ο αμερικανικός λαός γι’ αυτό. Έτσι γίνονται τα πράματα.

Μια αμερικάνικη κούρσα σε μια σκονισμένη αθηναϊκή γειτονιά του ’50, δημιουργούσε πρωτόγνωρες αντιθέσεις.

Είναι χαρακτηριστική η φωτογραφία του μαύρου αμερικάνου ναύτη του 6ου στόλου, που ποζάρει σε σοβαρή εφημερίδα της εποχής, να χορεύει με κάποιαν φέρελπι ατθίδα (που η μάνα της δεν την άφηνε να βγεί ούτε στο περίπτερο μόνη της, ενώ αν χορεύει ροκεντρολλ με αμερικάνο δεμπειράζει).
Τα πρώτα γιαουρτώματα έγιναν εις βάρος αμερικανών και αμερικανόθρεφτων μπουλούκων, απο αγυιόπαιδες που είχαν μετά βίας επιζήσει απο την ασιτία της Κατοχής. Ταξική πάλη το λένε και είναι απλό. Την συνέχεια, όλοι την ξέρουμε...

Παρ’ όλα αυτά, η νέα γενιά του ’50, ήθελε για μια φορά να ξεφύγει απο την μιζέρια και την κακοδαιμονία των προηγουμένων δεκαετιών. Εξ άλλου η Κατοχή ξήλωσε κάθε έννοια κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών δομών της Ελλάδας.
Άντε να μαντρώσεις τη νεολαία, που τριγύριζε στα σοκάκια ό,τι ώρα να’ ναι επί μια δεκαετία (μαζί με τον Εμφύλιο) και ζούσε μαζί με τον θάνατο μέρα-νύχτα.
Άντε να πείς να σέβονται τους γονείς τους που είχαν κλάσει αντίδωρα στα μπλόκα ή να δώσουν «το καλό χεράκι» τους στον κ. Πάκη, που τα’ χε κάνει πλακάκια με τους Γερμαναράδες.

Το να κλαίς τη μοίρα σου γίνεται μπανάλ, όπως και το ρεμπέτικο, που επετράπη όσο επετράπη η μετάδοσή του απο το ραδιόφωνο, προκειμένου να δίνει κουράγιο στα φανταράκια, που στέλναν πάνω στο Γράμμο να φάνε τους κουμουνιστάς. Ο Εμφύλιος όμως τελείωσε. Όσοι εκτελέστηκαν-εκτελέστηκαν, όσοι πήγαν φυλακή-πήγαν (ιδίως με τα μέτρα επί Πλαστήρα). Ζήτω η νέα ζωή! Ανοικοδόμηση, πάρτυ-ρεφενέ με κιοφτέδες και σινεμά λοιπόν και «αι πολιτικαί συζητήσεις απαγορεύονται» (εκ της διευθύνσεως των νυχτερινών καταστημάτων, που όλο και κυριλεύουν κι η πελατεία τους γίνεται όλο και πιο ετερόκλιτη, λόγω μαζικής ελεύσεως νέων κοινωνικών ομάδων στα πράγματα π.χ. μαυραγορίτες, επαρχιώτες, εργολάβοι, θείες απο το Τσικάγο κλπ).

Η Αθήνα, απο ερειπωμένη τριτοκοσμική κωμόπολη (αυτό που αναπολούν οι γκαγκαρέοι!), γίνεται σιγά-σιγά μοντέρνα πόλη και καθιερώνεται για πρώτη ίσως φορά ως Πρωτεύουσα (land of the free) και Μητρόπολη (home of the brave) των Ελλήνων. Άντε τώρα να βρεθεί ένα κοινό μουσικό είδος, που να συνενώνει όλο αυτό το πλήθος με τις διαφορετικές καταβολές κι ένα κάρρο αιτήματα. Στα λαϊκά πάλκα μπαίνει πού-και-πού και κανα κλαρίνο. Η Ομόνοια απέβη melting pot.

Πώς θα γίνει τώρα, να διασκεδάσεις, να γίνεις και «μοντέρνος», να αφομοιωθείς και με τους άλλους, αλλά να μην θίξεις και τα κακώς κείμενα; Να κλαίς χωρίς να παραπονιέσαι και να γελάς χωρίς να ευφραίνεσαι;

Απάντηση: Η πολυδοκιμασμένη συνταγή της μονομερούς (εις βάρος του παθόντος) λήθης και της ανακατωσούρας (τουρλουμπούκι-όλοι μαζί-όλα μέσα παιδιά), ας παν στην ευχή τα παλιά, εθνική συμφιλίωση, άντε-ρίξτε και κανα πατριωτικό, δόξα Σοι ο Θεός να λέμε και τα τοιαύτα (βλ. το επί τούτου στημένο ανάλατο γλυπτό σύμπλεγμα της Πλατείας Κλαυθμώνος και θυμ. τα γήπεδα με τους ροκ στάρ της μεταπολίτευσης).

Λίγοι κατόρθωσαν να ισορροπήσουν στην χαλεπή εκείνην εποχή (π.χ. ο δεξιοτέχνης Χιώτης που ηλέκτρισε το μπουζούκι). Ο Τσιτσάνης κατάφερε να προσαρμοστεί με τις μελωδικές του συνθέσεις, γι’ αυτό και επέζησε. Ο Βαμβακάρης όχι (δεν θέλησε; Δεν μπορούσε;)
Όσο για τον Ζαμπέτα, καλύτερα να φούμαρε παρά να μίλαγε...

Όμως, η απαρχή της εγκεφαλομαλάκυνσης του λαϊκού τραγουδιού, σηματοδοτείται με την μεταστροφή του Στελάρα. Πιασάρικα τραγούδια, με στίχους που βαρούσαν το σαμάρι γιατί δεν τολμούσαν να δείρουν το γαϊδούρι: Κλάψα χωρίς προσδιοριζόμενη αιτία της συμφοράς (καταριέμαι τα πλούτη-όχι τους πλουσίους) ή ανούσιο γλεντοκόπι ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε (έξω ντέρτια και καημοί), αφού απο την δεκαετία του ’50 και πέρα, τα αναπάντητα ερωτήματα και οι αγωνίες των νεοελλήνων, αντιμετωπίζονταν με καχυποψία απο το τρίπτυχο της ανερυθρίαστης αυθεντίας (παπάς-χωροφύλακας-δάσκαλος).

Ο Στέλιος στο τραγούδι (κι ύστερα ο Βέγγος στο σινεμά), αποτύπωνε ακατάλυτα νεοπαλαμικά πρότυπα στρέβλωσης της πραγματικότητας και εξεζητημένης ταπεινοφροσύνης λόγω αυτολογοκρισίας τύπου κλασμεντέν, που μας κατατρύχουν μέχρι σήμερα. Μια φορά ο Τρούμαν, την δουλειά του την έκανε.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα μπλαζέ κλαψομουνίασης:

Όσες γυναίκες έχω γνωρίσει (δηλαδή δεν είναι μια και δυο-btw η γνωριμία μέχρι πού έφτασε;)
Έφυγαν δίχως αφορμή (χμμμ, λές να φταίνε αυτές; μήπως πρέπει να το κοιτάξεις;)
Κι όμως δεν έχω καμιά μισήσει (δηλαδή βγαίνεις κι απο πάνω-χαρίζει η ομάδα ρεεε)
Στο ριζικό μου έχει γραφτεί (νατο και το ριζικόοοο)
Κι αν είν’ η μοίρα μου σακατεμένη (αυτή θα’ ναι μάλλον τελικά)
Κλπ-κλπ...

Σημειωτέον, οι ρεμπέτες μπορεί να μην απέδιδαν τις απώτερες αιτίες των δεινών, αλλά τουλάχιστον δεν κώλωναν να κατονομάζουν τους άμεσους εχθρούς τους (ο χαφιές, ο Δικητής, ο Σαγκελέας κλπ) και να παραδέχονται τον τρόπο ζωής τους (χασίς, φυλακή, μαστροπεία κλπ). Χώρια που σε πολλά τραγούδια, γίνεται σαφής μνεία σε βίαιη αντίσταση κατά των οργάνων της τάξης, όταν τους τα παρασκότιζαν.
Η δε δημοτική παράδοση, έχει πολλά να πεί για αιμομιξίες, φονικά, κτηνοβασίες κλπ ενώ σήμερον η κα Πυργάκη αρκείται σε εξιστορήσεις απομνημονευμάτων αμνοεριφίων.

Η κιτσαρία συνεχίζει με την κλοπή της μουσικής επένδυσης του Μπόλλιγουντ για χαβαλεδιάρικες βεγγέρες, προχωρά στα 60’ς με παπαρδέλλες των Π. Αναγνωστάκη - Μαίρης Μαράντη, Βούλα Πάλα (γύρνα παιδί μου πίσω-τα μάτια μου πριν κλείσω κλπ), Μπάμπης Μαρκάκης (το σπαθί του Χατζη-Μπαμπά κλπ), του διδύμου Φώτη Μουγγάνου – Ά. Ζήλεια (κάντε γρήγορα κουμπάροι κλπ) ή Α. Βάσιου – Κανάκη κλπ και καταλήγει στα σκυλάδικα των 70’ς (ηλεκτρισμένα δημοτικο-λαϊκά), οπότε οι χωριάτες αναπαρήγαγαν τον σταρχιδίστικο πολιτισμό που επέβαλαν οι ομογαλάκτοί τους δικτάτορες και μέχρι σήμερα.

Εν τέλει, η μεταπολεμική (και ιδίως η μεταχουντική) Ελλάδα, μετέβαλε τους νεοέλληνες (με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο), σε κλωσσόπουλα.
Το επιχείρημα της βιομηχανίας σαχλαμπούχλας (και τότε και τώρα): Αυτά θέλει ο κόσμος...

Β.

Τώρα πάλι θυμήθηκα εκειά τα κωλοπιάσματα, που απο τα 60'ς και ένθεν, εβαλθήκανε να κολλάνε την ταμπέλα «έντεχνο» στη νερόβραστη μουσική. Άκου «έντεχνο»!

Είναι σιχαμερά πονηρός κι αφ’ υψηλού όρος, διότι με μιας ακυρώνει (μπανάλ & πουστλέ νεολογίστικο παρ’ όλα αυτά ρήμα), οτιδήποτε χαλάει τη μόστρα ή δεν καταλαβαίνει ο μεσάζων της τέχνης (σπάνια σκαμπάζει απο μουσική κι αλίμονο κι αν έχει πιάσει ποτέ στα κουλάδια του ένα όργανο) κι απο την άλλη προσδίδει στον τελευταίο την ιδιότητα του κριτή αλλά και πάτρονα τόσο του ακροατή όσο και του δημιουργού.

Επίσης, θα πρέπει αυτά τα καθάρματα που τον επινόησαν και τα ζωντόβολα που εξακολουθούν να τον χρησιμοποιούν, να ορίσουν κάποτε και το αντίθετό του: Τί είναι δηλαδή ο Μπάτης; Άτεχνος;

Και ποιός είσαι σύ που θα το πείς αυτό; Η΄μάλλον ποιός απ’ όλους είσαι:

Ο ξέρω την τέχνη; Ο διδάσκω τους αδαείς λαϊκούς ή Ο μαζευτήτε κοντά μου να σας πώ το τραγουδάκι;

Είναι τα ίδια αρχίδια, που ζνομπάρανε τον Βαμβακάρη εν ζωή κι αυτός αναγκαζότανε να βγάζει πιατάκι στα μαγαζιά. Είναι τα ίδια μαλακιστήρια που τραγουδούσαν λογοκριμένα τα ρεμπέτικα στα 80’ς μη και δεν πάρουνε επιχορήγηση («ούζο όταν πιείς» κτλ) με εσσάνς εργάτες-αγρότες-φοιτητές, πριν οι πρώτοι αλλοτριωθούν, οι μεσαίοι τα κονομήσουν κι οι τελευταίοι φλωρέψουν. Είναι τα κωλοπαίδια που τραγουδούν με ύφος τα ρεμπέτικα στα ρεμπετάδικα-ουζάδικα-ρακάδικα (και λοιπά κρίμα κι άδικα) και στο τσακίρ-κέφι, κοπανάνε και τίποτις Υπόγεια Ρεύματα, που ρευματισμός να τους κόψει και στο υπόγειο του Ντασταέφσκι να σκυλοψοφήσουνε.

Δεν είναι σύμπτωση, οτι εδώ και τόσα χρόνια οι μελάτοι νεοέλληνες κιτσογράφοι, αναλώνονται σε εικονογραφήσεις επιστημονικής φαντασίας (Η Ελλάδα στερείται και το ένα και το άλλο – πού τα είδαν αυτά;), παραγνωρίζοντας το χρυσωρυχείο της λαϊκής παράδοσης και χρειάστηκε να’ ρθει για μια ακόμα φορά, ένας Γάλλος («Rebetiko, La Mauvaise Herbe») το 2009 (!) για να μας ανοίξει τα μάθια και να κάνει μια τίμια δουλειά πάνω στην μεγάλη ηθογραφία του Ρεμπέτικου, που μεταφράστηκε προσφάτως και στα Ελληνέζικα.

Ας είναι καλά ο Πετρόπουλος, ο Χατζιδάκις κι η αλλοδαπή Γκέηλ Χόλστ («Ο Δρόμος για το Ρεμπέτικο» 1977), που σώθηκε (ό,τι και όπως) σώθηκε.

Σιχτίρι σαρίδια...

#26
betatzis

Χότζα άργησες, αλλά τα είπες όλα. Συμφωνώ 100 %.

Απλά θα δίσταζα να ανακοινώσω τελεσιδίκως το θάνατο του λαϊκού τραγουδιού, μπας και βρεθεί να το αναστήσει στο μέλλον κάποιος. Αλλά αυτό μάλλον είναι ευσεβής πόθος, παρά ψύχραιμη διαπίστωση. Σήμερα που μιλάμε, ναι, είναι νεκρό. Ο τελευταίος που προσπάθησε να γράψει ζωντανό σημερινό λαϊκό τραγούδι ήταν ο Ρασούλης, παρ΄ όλο που πολλές φορές τον ξεπερνούσε η ίδια η υπερπληθωρική προσωπικότητά του. Θα μου λείψει.

#27
betatzis

Και συνεχίζοντας λίγο την σκέψη μου, να πω ότι δεν πρόκειται να ξαναυπάρξει αυθεντικό λαϊκό τραγούδι, αν δεν υπάρξει αυθεντικός «λαός», δηλαδή συνειδητοποιημένη τάξη, που να ξέρει την θέση της και να κατονομάζει τους εχθρούς της, όπως πολύ σωστά λες. Τώρα με την κρίση μπορεί.

Αλλά πάλι σκέφτομαι ότι σε καμία περίπτωση δεν εύχομαι να πεινάσει και να δυστυχήσει ο κοσμάκης, για να γραφτούν καλά τραγούδια και να τα ακούω εγώ να φχαριστιέμαι. Από μόνη της η σκέψη είναι τραγική. Ας ακούμε τα παλιά, φτάνουνε για δυο ζωές.

Τα καινούργια άμα είναι να ρθουνε, θα ρθούνε και δεν θα μας ρωτήσουνε. Άμα ρθούνε όμως θέλω να είμαι παρών και στην σωστή πλευρά για να τα τραγουδήσω πρώτος, όπως και κατ΄ ιδίαν χοτζα σου χω πει.

#28
HODJAS

[...] θα δίσταζα να ανακοινώσω τελεσιδίκως το θάνατο του λαϊκού τραγουδιού [...]

ΟΚ. Ετοιμάζουμε αναίρεση (!)

:-)

#29
iron

ε ναι ρε, μη μου άγχεστε, τίποτα δεν πεθαίνει, να, σήμερα διάβαζα ότι η περίφημη Chaconne, χορός που έσκασε (από πού, δεν είναι σαφές) τον 16ο αιώνα στους δρόμους και στις λαϊκές συνοικίες της Ισπανίας, πέρασε τελικά στις ιταλιάνικες όπερες, κατόπιν στα παλάτια (ξεβιδωνόταν ο Λουί 14), παραλλάχτηκε επί το υψηλότερον μέχρι που έγινε αγνώριστη (Μπαχ) και μετά ξέπεσε (18ος-19ος) και επανήλθε στον 20ό, είτε αυτούσια (νεκρανάστα) είτε (κυρίως) ως προς τα βασικότατα στοιχεία της, και εντοπίζεται με τρισχιλιάδες άλλες προσμίξεις στα μπλουζ, στη τζαζ, στην ελαφροτζαζ (Σινάτρα), στην ροκ κάθε είδους, από το Χοτέλ Καλιφόρνια μέχρι τους led Zeppelin.

Ιδού και η απόδειξιςςς.

Και σεις μου βιάζεστε για το λαϊκό; Χαλλλαράααα! Απλώς πέσαμε στο κενό, τι να κάνουμε.

(αγαπητό ημερολόγιο, σήμερα ήμουν αισιόδοξη)

#30
betatzis

Τίποτα δεν χάνεται, το ΄πε κι ο Αϊνστάιν, στο τέλος τέλος θα σωθεί και η ψυχή του Κάιν

(Ο Ρασούλης που λέγαμε), άιντε καληνύχτες.

#31
iron

χεχε, καβληνύχτα τζον μπέτα.

#32
Khan

Καταπληκτική σεντονάρα, Χοτζ!

#33
vanias

γράψε και καμιά μαλακία ρε χότζα, όλο 5άρια σου βάζω

#34
iron

«μουσικές μηνύσεις κατ' αγνώστων», αριστούργημα, θα σου το χρησιμοποιήσω αυτό να ξέρεις.

#35
iron

χότζα το ξαναδιάβασα όλο και το σχόλιο επίσης, είσαι μέγας, μόνο αυτό.

#36
iron

και μιας και ανέφερες πολύ σωστά ότι «η δημοτική μουσική έχει κατασυκοφαντηθεί» και ότι «η δημοτική παράδοση, έχει πολλά να πει για αιμομιξίες, φονικά, κτηνοβασίες κλπ», να να επιχειρήσω μια μερική της αποκατάσταση δίνοντάς σας σε πρώτη φάση τους στίχους (θα ακολουθήσει και μπ3 σύντομα) από ένα καταπληκτικό τραγούδι της Ηπείρου με τίτλο «Κωνσταντίνος» (περισσότερα στοιχεία εδώ):

Κωνσταντίνος, ηπειρώτικη παραλογή

[I]Μικρό ήτανε στα γράμματα, μικρό και στο κοντύλι
κι ο δάσκαλός του τό 'στειλε να πα να γευματίσει

Καλή μέρα σου μάνα μου - καλώς τον Κωνσταντίνο

Βλέπει τη μάνα πό 'παιζε με ξένο παλληκάρι
Το βράδυ στον πατέρα μου όλα θα μαρτυρήσω.
Και τί 'δες βρε παλιόπαιδο, και τι θα μαρτυρήσεις;
Κείνα πού 'δαν τα μάτια μου, κείνα θα μαρτυρήσω.

Απ' τα μαλλιά το άρπαξε και στην αυλή το πάει
στα μάρμαρα το ξάπλωσε και σαν αρνί το σφάζει
βγάζει τα τζιεράκια του σε ασημένιο πιάτο.

Να κι ο πατέρας πό 'ρχεται από το Μακρυχώρι
φέρνει δυο λάφια ζωντανά, γουρούνια μερωμένα
φέρνει κι ένα λαγόπουλο να παίζει ο Κωνσταντίνος.

Γυναίκα πού 'ναι το παιδί το παιδί, πού είναι ο Κωνσταντίνος;
Τον έλουσα τον χτένισα και στο σχολειό του πάει.

Παίρνει τον δρόμο το δρομί και στο σχολειό πηγαίνει.
Δάσκαλε πού είναι το παιδί, πού είν ο Κωνσταντίνος,
τρεις μέρες έχω να τον δω και τρεις να τον διαβάσω.

Παίρνει τον δρόμο το δρομί, στο σπίτι του πηγαίνει.
Πού είναι γυναίκα το παιδί, πού είναι ο Κωνσταντίνος;
Τον έλουσα τον χτένισα και στη γιαγιά του πάει.

Παίρνει τον δρόμο το δρομί και στη γιαγιά πηγαίνει.
Πού είναι γιαγιάκα το παιδί, πού είναι ο Κωνσταντίνος,
τρεις μέρες έχω να τον δω και τρεις να τον φιλήσω.

Παίρνει τον δρόμο το δρομί στο σπίτι του πηγαίνει.
Πού είναι γυναίκα το παιδί, πού είναι ο Κωνσταντίνος;
Κάτσε να φας κάτσε να πιεις κάτσε να γευματίσεις.
Βγάζει τα τζιεράκια του στο ασημένιο πιάτο.

Το πιάτο εταράχτηκε κι άρχισε να μιλάει:
«Αν είσαι τούρκος φάγε με, μπορείς; κατάπιοσέ με,
κι αν είσαι ο πατέρας μου σκύψε και φίλησέ με».

Απ' τα μαλλιά την άρπαξε στον μύλο την επάει
«Άλεσε μύλε μ', άλεσε της κούρβας το κεφάλι,
κάμε αλεύρι πάσπαλο, ο σκύλος να το φάει!»
[/I]

Είναι από τα πιο συγκλονιστικά κείμενα που έχω συναντήσει, ως προς το θέμα, ως προς την ωμότητα της προσέγγισης σε αυτό και ως προς την αβίαστη δραματικότητα της αφήγησης.

Τζιεράκια είναι τα αντεράκια. Επίσης βλ. κούρβα για τη σημασία της λέξης.

#37
Pirate Jenny

Για να μη φαίνεται ή για να....;

(Είχαμε βρει ότι κούρμπα ή κούρβα σημαίνει πουτάνα στις μισές βαλκανικές γλώσσες.)

#38
iron

το βιλιαράκι του σιντί λέει:
« Κούρβα»: δηλώνει την κακούργα, την ραδιούργα σε άλλες περιπτώσεις, γυναίκα και αποτελεί παραφθορά της ελληνικής λέξεως κυρτός. Η σχέση της κούρβας με το κυρτός είναι ακριβώς ο τρόπος που ένας τέτοιος άνθρωπος κινείται: δηλ. ύποπτα, καταχθόνια, με το πρόσωπο σκυμμένο και το κορμί γυρτό«.

την ετυμολογία των σλαβικών την ψάχνω, κάτι έχω βρει αλλά θέλει λίγο δουλειά, κοντά σας πάλι μετά το μπρέικ.

#39
iron

και μένα μου ψιλοφαίνεται πορτοκαλισμός το παραπάνω, ξέχασα να πω.

#40
iron

απάντησα με λήμμαν, βλ. κούρβα.

#41
vanias

«απο την καλοσύνη του σ' ετούτο τον πλανήτη, τού πήραν όλα τα λεφτά του πήραν και το σπίτι»

Γειά σου Γιωργάρα με τα ωραίασσσ..ώπα!

#42
HODJAS

[I]και τώρα τον φωνάζουνε
απόκληρο κι αλήτη

αυτός ο αλήτης, αυτός ο αλήτης,
ήταν ο πλούσιος ιδιοκτήτης[/I]

κλπ-κλπ

#43
vanias

ρε ασ'τις κουλουπουδιές και γράψε παρακάτω.

#44
Khan

Αρχιμήδης!

#45
patsis

Απίστευτη εγωκεντρική γκρίνια ο συγχωρεμένος. Βλ. π.χ. εδώ.

#46
patsis

Συγγνώμη, ακούστε τι λέει εδώ.

#47
Metrononos

Ἐχω ακούσει από μουσικούς της πιάτσας να λένε «στελάρα» το μεροκάματο, (θα πέσει στελάρας σήμερα ή θα έχουμε πάλι τα ίδια..), θα ερευνήσω ετυμολογία.

#48
deinosavros

Εχω να καταγγείλω τη μοίρα μου τη σακατεμένη που με εμπόδιζε μέχρι σήμερα να καταθέσω τα σπέκια μου σε ορισμό κ λήμμα.

#49
deinosavros

κ σχόλια.

#50
darmenism

Εμείς πάιδες λέμε κ το εξής:
-Τί χαμπάρια;
-Άδεια αμπάρια...

#51
darmenism

Επίσης:
-Τί γίνεται;
-Βράζει και χύνεται!

#52
vanias

(...)- Φταίει το ζαβό το ριζικό μας! - Φταίει ο Θεός που μας μισεί! - Φταίει το κεφάλι το κακό μας! - Φταίει πρώτ’ απ’ όλα το κρασί!(...) Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!

[Βάρναλης- "οι μοιραίοι", 1922 από "Το Φως που καίει"]

[μελοποιηθέν μεν υπό του Μίκυ και τραγουδηθέν από Πιθικωτσί, χωρίς όμως τους επίμαχους στίχοι.]

Διδάσκεται στο μάθημα των Νεοελληνικών κειμένων της Β' Λυκείου κι όπως λέει το λυσάρι, "Το ποίημα περιγράφει την αθλιότητα της ζωής των μοιραίων, δηλαδή των ανθρώπων εκείνων που έχουν αποδεχτεί την άσχημη μοίρα τους και δεν κάνουν τίποτα για να την αλλάξουν.(...)Ο ποιητής θέλει να αφυπνιστούν μόνοι τους οι μοιραίοι και να συνειδητοποιήσουν ότι για όλα τα προβλήματά τους φταίει τελικά το άδικο κοινωνικό σύστημα και κανένας άλλος.(...)Ο ποιητής διαπιστώνει ότι πρόκειται για ανθρώπους δειλούς, που δεν έχουν καθόλου αποφασίσει να ξεφύγουν από τη μοίρα τους. Στόχος του βασικά είναι να τους κάνει να ξυπνήσουν, να συνειδητοποιήσουν επιτέλους την κατάσταση στην οποία βρίσκονται και να επιχειρήσουν μια κοινωνική επανάσταση, που θα τους οδηγήσει στη σωτηρία.(...) "

Λίγο αργότερα από το σάλο που προκάλεσε (sic) η εν λόγω συλλογή, ο Βάρναλης ως καθηγητής μέσης εκπαίδευσης απεπέμφθη τιμωρούμενος κατά δήλωσή του "ως δημόσιος υπάλληλος ενώ είχε φταίξει ως ποιητής".

Μπορώ να θυμηθώ τουλάχιστον άλλα δύο σημεία σε συγγράμματα της Γ' Λυκείου..αφενός στην Ιστορία Δέσμης- το πέρασμα από τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό, όπου ο άνθρωπος γίνεται κύριος της μοίρας του κι αφετέρου στην εισαγωγή του Επιταφίου, το πέρασμα από την υποκειμενική θεώρηση του Ηροδότου (που ανακάτευε θεϊκές παρεμβάσεις στα ιστορικά γεγονότα) στην αντικειμενικότερη παράθεση αυτών από το Θουκυδίδη, στα οποία παραδόξως η δημόσια εκπαίδευση - η ίδια που νωρίτερα απέπεμψε τον Βάρναλη, τώρα πλέον εκήρρυτε την ορθότητα της σκέψης του. Tra il dire e il fare c'è di mezzo il mare...

Γενικά, λέω γω τώρα, η Ανατολική Ρωμυλία βγάνει(έβγαζε;) θαυμάσιους ανθρώπους, έντιμους , ειλικρινείς, με έντονη παραστατικότητα στο λόγο. Πως να είσαι Έλλην σωστός, πάντοτε θύμα και ποτέ θύτης, πάντα ριγμένος και ποτέ ωφελημένος, και να τους αντέξεις;

#53
vanias

όπου "σωστός Έλλην", λέγε με "Καζαντζίδη"..

#54
jesus

δεν ελπίζω τίποτα
δε φοβούμαι τίποτα
είμαι λεύτερος

Καζαντζάκης

ζιγκουάλα
ζιγκουάλα
ζιγκουάλα

Καζαντζίδης