Προήρθε πιθανότατα από τους νεκρούς που τους μετέφεραν σε μια τάβλα η σε μια πόρτα ξύλινη.

Τώρα αν τον παραχώσουν λέμε για τον άλλο ότι «ταφώθηκε».

Τάβλα είναι και τα ξύλα στην οικοδομή ή και τα μαδέρια.

Χρησιμοποιείται και όταν κουρασμένος ο άνθρωπος ταβλιάστηκε και κοιμήθηκε.

Σύρε και ταβλιάσου χριστιανέ μου που μετά από δεκατρείς ώρες στο κτήμα θέλεις και ντεκλαμπόν (τι βιάγκρα και μαλακίες καθαρός αέρας και φυτοφάρμακα και οι καύλες πάνε τσουβαλιών, σωρηδόν).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία