Στην ορολογία των αγώνων αυτοκινήτου, σανίδα ονομάζεται η μεγάλη ταχύτητα. Πολλοί συνοδηγοί στα ράλι περιλαμβάνουν τη λέξη στις σημειώσεις τους, για να δηλώσουν στον οδηγό ότι πρέπει να πατήσει το γκάζι μέχρι τέρμα.

«Δεξιά παρατεταμένη και 100 για αριστερή σανίδα».

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
jesus

νομίζω προέρχεται από το ρήμα «σανιδώνω» που πα να πει ακριβώς αυτό, από το πεντάλ του γκαζιού που πιάνει πάτωμα=σανίδα όταν τρέχεις πολύ.

#2
iron

#3
jesus

καλά, ντε...ένα εξελικτικό σχόλιο κάναμε...

#4
johnblack

Συνώνυμο: με σπασμένο το γκάζι / πήγαινα σπασμένος.

ινβι συμφωνείς;