Λέξη που χρησιμοποιείται για να αποκτήσει μάγκικη ισχύ ο λόγος.

Προέρχεται από το να πούμε.

- Πήγα να τον παίξω μία πόρτες και μέτραγε τα πούλια ναούμε. - Άμα δε το κατέχεις το τάβλι άσ' τα - βράστα ναούμε, πάνε παίξε τις κουμπάρες!

Βλ. και ναούμ', άμα λάχει (ναούμ'), νταξναούμ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#2
Lamogios

Ο Ναούμ έρχεται ναούμ

#3
polemarxos90

Και βεβαια ο γνωστος ΠΑΟΚΑΡΑΣ: Κυριακος ΝΑΟΥΜΕ!!!

#4
patsis

Αλήθεια σας λέω, περίεργο πράμα, βλέπω τύπους σαν τον Ναούμ, τον Τρέγια, τον Μπουγάτσα να τσακώνονται και χαλαρώνω.