Εκ του πουτσαρά- μπουλούκ, είναι η παρτίδα πλακωτού ταβλιού όπου έχει χρησιμοποιηθεί φουνταριστός/ μπάτσος/ βατσιμάνης. Δηλαδή ένας παίκτης (ή και οι δύο) έχει εκτρέψει την παρτίδα.

Πηγή: Χότζας.

- Πουτσαρομπούλουκο το έκανες πάλι το παιχνίδι!
- Μαγκιά μου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
HODJAS

Επίσης λέγεται (Β. Ελλάδα), οτι έχεις βγάλει τα πούλια σου «στη βίζιτα».

#2
Galadriel

Κάνοντας το ρισέρτς μου για μια γιαγιαδοσλάνγκ έπεσα εδώ πάνω στο γκούγκλ. Το «πουτσαρομπούλουκο», παίζει να έχει σχέση με το «τσαραμπουλούκι» της γιαγιάς μου; Το χρησιμοποιούσε με έννοια τ. «φεύγει ο προϊστάμενος - αρχίζει το τσαραμπουλούκι» - σημειωτέον στο γκουγκλ δεν έχει ούτε μία επιστροφή για το συγκεκριμένο, σο ή κάτι δεμπάει καλά στο πώς το άκουγα ή είναι η ώρα για την καταγραφή του όρου πριν η γνώση εξατμιστεί μαζί μου. Για πέτε...

#3
HODJAS

Δηλαδή, χωρίς τάξη και συνέπεια. Πουτσαρά-μπουλούκια λέγανε τα ασκέρια ατάκτων στρατιωτών.
Έτσι, αφ' ενός όταν λείπει ο διαφεντής οι ζυγοί λύονται και τα υπαλληλάκια ψωλέρνουνε, αφ' ετέρου όταν το παιχνίδι έχει μια κάποια διάταξη-στρατηγική και κάποιος αρχίζει να παίζει ανάποδα βάζοντας πούλια δώθε-κείθε στα κουτουρού (είτε ηθελημένα είτε απο παπαρία), χαλάει τη μανέστρα του τακτικού παίκτη και το καταντά πουτσαρομπούλουκο.

#4
Galadriel

Αχ χότζα μου ανέβασέ το! Πλιζ!

#5
HODJAS

Μου' δωσε μια ιδέα η γιαγιά: Μήπως υπήρχε έκφραση çeri bölük > τσαραμπουλούκι > πουτσαρά-μπουλούκι κ συναφείς εννοιολογικές συμφύρσεις τουρλουμπούκι/καραπουτσαριό/καραπουτσαρία/ψωλαρία/αρχιδόκαμπος/ψωλόκηπος κτλ δηλ. ομάδα ανδρών αμπαλαέα χωρίς συνοχή;

Το στράτευμα στα τούρκικα είναι ordu, ενώ ακριβέστερα topluluk, kalabalik & çeri είναι είδη συντάξεως στρατιωτικών μονάδων και asker = μεμονωμένος στρατιώτης.

Βλ. και πατρινή έκφραση τσετία, (απο την σύντομη αλλά παραγωγική παραμονή των Οθωμανών εκεί).

Όπως ορθότατα παρατηρεί το Πονηρό στο λήμμα μπουλούκι, προκειμένου για στρατιωτική μονάδα, δεν ήταν ασύντακτη, εξ ου και ο στρατιωτικός διοικητικός βαθμός μπουλούκ-μπασης < bölük başı = λοχαγός (βλ. και yüzbaşı = υπολοχαγός και τσιρίμπασης = λοχίας, όπου το suffix -başı = -ωρός π.χ. σημαιωρός, αντλιωρός, τιμωρός κ.α.)

Σημειωτέον, στις περιοχές του Φάρς και του Κερμάν της Περσίας του 15ου αιώνα λέγονταν boluk-ḵodā ή boluk-bāši ο Περιφερειάρχης, σύμφωνα με την Ιρανική Εγκυκλοπαίδεια.

Παραδοσιακά, ο Οθωμανικός στρατός εκτός απο τα Τάγματα του Σώματος των Ατζέμηδων (Acemi Ocagi = εφεδρείες με διοικητές τους Αγάδες Anadolu Agasi - Rumeli Agasi & Istanbul Agasi), διατηρούσε οργανόγραμμα των εξής Συνταγμάτων Γενιτσάρων (Yeniceri Ocagi) υπο την γενική διοίκηση του αρμόδιου Αγά (Yeniceri Agasi): Cemat (αρχικά φρουροί στην συνέχεια κυρίως ιππικό με καμήλες) με 101 Orta, Segban (κυρίως κυνηγοί και στην συνέχεια διοικητικοί) με 33 Orta & Bölük (διάφορες ειδικότητες) με 62 Orta, δηλαδή το σύνολο 196 Orta (Τάγματα – 165 επί Σουλεϊμάν).

Η τελευταία κατηγορία (Bölük ή Beylik ως ειδικότητα) εισήχθη επί αυτοκράτορα Σελήμ Ι (1512-1520) και σταδιακά υποσκέλισε το Cemaat. Τον 15ο αιώνα κάθε Orta είχε δύναμη περίπου 50 ανδρών, τον 16ο αιώνα ανέβηκε σε 100 και απο τον 17ο σε 500. Κάθε Orta διέθετε είχε δική του σκηνή και θυρεό-παντιέρα και με την σειρά τους υποδιαιρούνταν σε Oda ή μετωνυμικά Bölük (μπουλούκια-λόχους).

Κάθε μπουλούκι-λόχος είχε δύναμη 10-20 ανδρών. Κάθε Orta είχε διοικητή έναν Corbasi (κυριολ. = αυτός που φτιάχνει σούπα βλ. τσορμπατζής = τουρκομερίτικα νεοελ. κύριος/μουστερής/τσελεμπής/ καθωσπρέπει/καλοπληρωτής πελάτης κ.α.), Bayraktar ή Beyrak-dar (σημαιωρό-μπαϊρακτάρη), Ιμάμη, Karakullukcu (αγγελιαφόροι) κ.α.
Οι φαντάροι χωρίζονταν σε: Eskinci = μάχιμος φαντάρος εκστρατείας, Amelimanda = βετεράνος και Otturak = συνταξιούχος.

Ώστε, τα μεμέτια δεν πολεμούσαν χύμα-στο-κύμα...

#6
vanias

ε μια φορά βρήκα κι ένα λαθάκι ανεπαίσθητο κι άνευ ουσίας ρε χότζα, δε θα στο τρίψω; Çorbacı αντί Çorbası.. το δεύτερο αν δε με απατάνε τα ψευτοτούρκικά μου σημαίνει soup of... ξέρωγω ταβούκ τσορμπασί (σούπα κοτοπούλου)

#7
HODJAS

Σωστός!
(Αλλά πού σκατά το βρήκα εγώ γραμμένο έτσι; Ούτε που θυμάμαι)...

#8
vanias

έχω μια ιδέα που μπορεί να μπερδεύτηκες..όπως σωστά μετέφερες στα γκρητέρκις άλλο μπουλούκμπα-σης κι άλλο τσορμπα-τζής..και άλλο το suffix-ικό μπαλαμούτι τους.

bölük başı
baş= head, başı = head of (bölük)

Çorbacı= soup maker