Πού αποσκοπεί η ερώτηση στη συγκεκριμένη περίπτωση;

Η ερώτηση αυτή μπορεί να γίνει σχετικά με την αγορά (π.χ: σε ιχθυοπωλείο) ή την παραγγελία (π.χ. σε ταβέρνα), φαγώσιμων (π.χ. κρεατικά, ψαρικά, οπωροκηπευτικά) από κάποιον υποψιασμένο, κάποια γριά πουτάνα, ή κάποιον που τον έπιασαν στο παρελθόν κότσο.

Ποιος προβληματισμός υποβόσκει στο μυαλό, αυτού που κάνει την ερώτηση;

Αυτός που κάνει την ερώτηση αναρωτιέται αν ο πωλητής (π.χ. μαγαζάτορας, εστιάτορας, κλπ), του πλασάρει προϊόντα εισαγωγής για ντόπια, με στόχο να τα κονομήσει. Λέει ο πωλητής πως το Χ προϊόν είναι ντόπιο. Αναρωτιέται ο πελάτης: ΟΚ! Αν είναι έτσι τα πράγματα, τότε το προϊόν θα 'ναι πιο νόστιμο απ' το «ξενόγλωσσο», άρα αξίζει τα παραπάνω λεφτά. Είναι όμως πράγματι, ντόπιο; Βλέπεις οι έλεγχοι είναι ανεπαρκείς... όσο δεν πάει, κάποια προϊόντα είναι σε ανεπάρκεια, η ενημέρωση πλημμελής... οπότε... Προσοχή! ( βλ. σχετικά εδώ, αλλά και εδώ.)

Πώς συσχετίζεται η ερώτηση με το ζητούμενο;

Στο background της ερώτησης υπάρχει η συσχέτιση της επίσημης γλώσσας της χώρας (Ελλάδας), με τη χώρα προέλευσης των φαγώσιμων (που και καλά μιλούν κι αυτά ελληνικά).

Πεδίο εφαρμογής

Ο πελάτης περιεργάζεται το εν λόγω φαγώσιμο, αναζητώντας σημάδια ενδεχόμενης μπαγαποντιάς. Παράλληλα, διερευνά τις αντιδράσεις του πωλητή προσπαθώντας να διαπιστώσει αρχικά το αδιόρατο λαμόγελό του. Στη συνέχεια και εφόσον έχει αμφιβολίες για το προϊόν, κάνει τη ερώτηση προκειμένου να διαπιστώσει στοιχεία που μπορεί να προδώσουν ενδεχόμενη ανασφάλεια του πωλητή, στοιχεία που συνηγορούν πιθανά σε ενδεχόμενη ματσακονιά. Η ερώτηση αυτή δείχνει πονηρεμένο άτομο που ετοιμάζεται να αφοπλίσει τον μπαγαπόντη πωλητή. Υπάρχουν όμως κάποιοι που, όπως και να τους αποδείξεις την καλπουζανιά τους, έχουν τον ... τσαμπουκά και το... θράσος. Αν βέβαια τους την πει κάποιος από σχετικό θεσμικό κρατικό όργανο, π.χ. από την υγειονομική επιτροπή, τότε οι άλλοι κλάνουν μαλλί... κανονικά και με τον νόμο, κάνοντας... τις γαλιφιές, τις μαλαγανιές, κλπ. Φυσικά δε λείπει κι η προσπάθειά τους για λάδωμα.

Ζουμάροντας στο προφίλ του μπαγαπόντη πωλητή

Οι μπαγαπόντες, μη έχοντας αυτοσεβασμό και κατ' επέκτασιν σεβασμό προς τον συνάνθρωπο, ως λαμογιάρηδες, βλέπουν τους άλλους ως ψάρια που θα τσιμπήσουν το δόλωμά τους. Κι όσο υπάρχουν ανενημέρωτοι ή/και αδιάφοροι πελάτες, τόσο αυτοί θα συνεχίζουν τις απάτες τους. Δεν πα να υπάρχει οικονομική στύση; Ε και... Πάντα υπάρχει τρόπος για εύκολο κέρδος. Θέλουν να πιστεύουν πως οι πελάτες είναι χάπατα. Έτσι προσπαθούν να τους πουλούν το ξένο για ελληνικό. Πολλές φορές, σμίγουν ελληνικά με ξένα προϊόντα για ξεκάρφωμα. Επίσης στις ταβέρνες, π.χ., μπορεί να σου δείξουν ντόπιο και να σου πασάρουν αλλοδαπό. Όλα για τα γκαφρά, βεβαίως βεβαίως. Φυσικά κάποιες φορές βρίσκουν τον μάστορή τους, άλλοτε από πελάτες, άλλοτε από καρφωτές από πελάτες κι ανταγωνιστές, κι άλλοτε από τακτικό έλεγχο κάποιων αρμόδιων κρατικών επιτροπών.

Σε ψαράδικο
Ιχθυοπώλης:
- Εδώ τα πεντανόστιμα φαγκριά Νάξου. Σπαρταράνε ακόμα!
Πελάτης που έχει καεί στο παρελθόν, αλλά έχει φροντίσει εντωμεταξύ, να μάθει τα τερτίπια, κοιτάει αρχικά, προσεκτικά τα ψάρια, μετά κοιτάει τον ιχθυοπώλη ίσα στα μάτια. Στη συνέχεια τον ρωτάει με σταθερή φωνή και με διεισδυτική ματιά που δηλώνει πως δεν είναι άσχετος:
- Μιλάνε ελληνικά;
Ο ιχθυοπώλης κομπιάζει κάπως, γιατί αισθάνεται πως ο άλλος δεν τσίμπησε στο παραμύθι.
- Μα λέμε σπαρταράνε.
- Φίλε... καλή η προσπάθεια, αλλά δεν ψαρώνω... Τα ψάρια σου ήρθαν με διαβατήριο... Δεν έχουν το χρώμα που 'χουν τα ντόπια ρε μεγάλε. Πολύ... ασπροσά μωρ' αδερφάκι μου. Κάνει μπαμ από... μακρυά πως τα ψάρια σου δε σκαμπάζουν γρι από ελληνικά. Σ' τα εξηγώ ωραία;
- Κοίτα...
- Κοίταξα...Άντε... γεια

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
GATZMAN

Τα μήδια 1 & 7 προέρχονται από το τεύχος Αστερίξ, «Το μεγάλο ταξίδι».

#2
ΠΡΩΤΕΥΣ

Ντόπια κρέαταααα...Με τη στάμπα στο καπούλιιιι