Σπαρταράω. Χτυπιέμαι ξεψυχώντας. Αναφέρεται στο τίναγμα των ψαριών, αφότου βρεθούν εκτός της θάλασσας και προσπαθούν να αναπνεύσουν.

Έκφραση συνώνυμη του «μυρίζει θάλασσα», χρησιμοποιούμενη από ψαράδες, στην προσπάθεια να πείσουν τον υποψήφιο αγοραστή για το φρέσκο των ψαριών. Χρησιμοποιείται επίσης, πέραν της φρεσκάδας, για να περιγράψει και ίχνη ζωής, ή το τίναγμα από τον πόνο, ή και τον τελευταίο ρόγχο προ της απογείωσης.

  1. — Πάαααααρτε κερίες μου. Σαφρίδια, κογιούς, μπαρμπούνια, κουτσομούρες. Πάρτε σας λέεεεεεεωωωω...
    — Για να δω τι έχετε κύριε...
    — Ευχαρίστως μαντάμ. Διαλjέχτε παρακαλώ.
    — Είναι φρέσκα τα μπαρμπούνια;
    — Τι λέτε μαντάμ, σπουρδάνε. Με δυσκολία τα κρατάω μέσα στο καφάσι. Δυο τρία πήδηξαν έξω από την καρότσα. Πάρτε τώρα μη φύγουν και τα άλλα...

  2. — Πήγαινε ξύπνησε τον αδελφό σου...
    ...................................................
    Άκυρο μάνα!
    — Τι άκυρο, πρέπει να φύγουμε...
    — Πήγαινε εσύ. Εγώ του 'ριξα δύο χαστούκια. Σπούρδησε, μου είπε κάτι για τη μάνα μου, για σένα δηλαδή, και άλλαξε πλευρό.

(από electron, 18/10/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
GATZMAN

Πολύ καλός!

#2
Galadriel

Τα σπαρταρίσματα έχουν δώσει και τροφή στις φαντασίες προς διάφορες άρρωστες κατευθύνσεις. Πάρτε έναν αστικό μύθο με αστακούςνα σας βρίσκεται.

Να σε πω ελέκτρε, άμα σπαρταράει χωρίς να ξεψυχάει πιάνεται για σπούρδιγμα; (αν είναι αυτό το ουσιαστικό - πώς αλλιώς, σπούρδισμα ξερωγώ;). Σαν να λέμε παίζει σε άρλεκιν «σπουρδούσε από ηδονή»;

#3
GATZMAN

Για την ιστορία, με μια μικρή αλλαγή, στη λέξη σπούρδιγμα, προκύπτει το σπούριγμα, λέξη που σημαίνει κλάσιμο στα αρβανίτικα. Απαντά και ως σπουριξιά

#4
vikar

Χμμ. Τα ρήματα σε -άω σχηματίζουν συνήθως ουσιαστικά σε -η(γ)μα: τραβάω, περπατάω, σταματάω, κουνάω, σκουντάω. Εγώ θά 'λεγα σπούρδηγμα.

#5
vikar

Καλά ρε π'στ', τί λέξη είν' αυτή να πούμε!... :-) Απο πού βγαίνει αλήθεια, ξέρουμε;

#6
GATZMAN

Να εικάσω; Διαβάζοντας στις πρώτες γραμμές του ορισμού για σπαρτάρισμα, για ξεψυχισμα, μου πήγε η σκέψη στο φτερούγισμα της ψυχής, που λες κι είναι πουλί, λες κι είναι σπουργίτι (σπούργος), θέλει να πετάξει. Αλλά μπορεί να...βγαίνει από κει; Λίγο χλωμό μου κάνει

#7
dryhammer

Χρησιμοποιείται και το σπουρδάω από (τον) πόνο δλδ χτυπιέμαι, σπαρταράω απο πόνο. Χαρακτηριστικά μια (ήδη) μητέρα είπε σε έγκυο, στο μήνα της, που παραπονιόταν οτι έχει κάτι ψιλοπονάκια «Α(ν) δε(ν) σπουρδάς από τον πόνο, παιδί δεν κάνεις»