Στα κρυφά, στα μουλωχτά, λαθραία.

— Τί έγινε ρε με τον Ανέστη; Γύρισ' απο Άμστερνταμ;
— Καλά δέν τά 'μαθες; Τον τσάκωσαν στο αεροδρόμιο το σμπόκο για κατοχή! Πήγε να περάσει δυό γραμμάρια στη ζούλα ο ανεκδιήγητος...

Τη ζούλα μου ανακάλυψαν (από euripidisk, 20/04/10)Ζούλα σε μια βάρκα μπήκα (από HODJAS, 20/04/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
patsis

Έχω ακούσει και το ζουλάρω ως συνώνυμο του κλέβω, αλλά μία και μοναδική φορά, πριν από πολλά χρόνια. Και επειδή τότε ήμασταν παιδιά, μπορεί να ήταν έμπνευση της στιγμής.

#2
jesus

εγώ, κ μάλλον μόνο εγώ, το λέω ζουλεύω, κ με διορθώνουν όπως το λες εσύ, ω πάτσι.

#3
vikar

Κι' εγώ το ακούω το ζουλάρω. Ξέρω καί το ζουλεύω όμως(!), ώς ειρωνική εκδοχή του ζηλεύω: «Όπα; Καινούργιο γυαλικό βλέπω;» «Ε τί;, μόνο εσύ;» «Ζουλέψαμε έ;» (κάπως έτσι ας πούμε).

#4
euripidisk

Ζουλάρω ή ζουλέρνω=σουφρώνω, κλέβω

#5
MXΣ

Στα τουρκικά slang = κλέβω, κρύβω αλλά και καβάντζα - καβάτζα