Βήτα συνθετικά ονομάτων που είτε αναφέρονται άμεσα στα γεννητικά όργανα ενός άντρα, ή κατεπέκταση στον άντρα σε άμεση συνάρτηση με σεξουαλικά του χαρακτηριστικά. Πολλά από τα σύνθετα που προκύπτουν χρησιμοποιούνται και γενικότερα ως βρισιές.

Από τα συνώνυμα του πέους που βρίσκουμε στο οικείο λήμμα του τζίζα, βλέπουμε ότι οπωσδήποτε δεν έχουν όλα την ίδια παραγωγική ισχύ ως βήτα συνθετικά, και τα περισσότερα καθόλου.

Συγκεκριμένα, το ίδιο το πέος ενγένει δεν χρησιμοποιείται, εκτός απ' το εδραιωμένο λογοπαίγνιο ευρωπέος, ενώ και το κλασικό πουλί αποφεύγεται (στη μορφή -πουλος θα υπήρχε μάλλον σύγχυση με το βήτα συνθετικό -όπουλος, αλλά ούτε και ως -πούλης ακούγεται συχνά). Επίσης, το αρχίδι (δεδομένου και του παράγωγου αρχίδας) σχηματίζει κυρίως απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, ενώ το παπάρι (που σημαίνει καί «αρχίδι» καί «πέος») δεν χρησιμοποιείται.

Κατά τα άλλα, χρησιμοποιούνται το καυλί και ο πούτσος, αλλά η παραγωγικότερη δυάδα φαίνεται να είναι η ψωλή και το τσουτσούνι, το πρώτο μάλλον λόγω συντομίας, αλλά και το δεύτερο χάρη στις παιδικόφερνες συνδηλώσεις του θα έλεγα.

Τέλος, με λίγες εξαιρέσεις (όπως λαχταροψώλα και ξεψώλι), δεν φαίνεται να χρησιμοποιούνται τα βήτα συνθετικά του πέους για να σχηματίσουν χαρακτηρισμούς σε άλλο γένος από το αρσενικό.

Στα παραδείγματα, λέξεις που έχουν ήδη καταγραφεί σε οικεία λήμματα.

Κοινωνιογλωσσολογική πίπα

Μία απλή σύγκριση με τη χρήση του βήτα συνθετικού -μούνα για γυναίκες πείθει για τη φαλλοκρατία που χαρακτηρίζει τη σημερινή ελληνική γλωσσική πραγματικότητα: η γυναίκα μπορεί να αναχθεί ολόκληρη στο πράμα της, αλλά ο άντρας όχι. Για μια γυναίκα μπορεί κανείς να μιλάει υιοθετώντας σιωπηρά την άποψη περί «άχρηστου κρέατος γύρω-γύρω» (δες τα σχόλια εδωπέρα), για έναν άντρα όχι.

Για παράδειγμα, μπορούμε άνετα να πούμε «κουλτουρομούνα» για την κουλτουριάρα αλλά δεν θα πούμε «κουλτουροψώλης» για τον κουλτουριάρη, ή λέμε «αρχοντομούνα» για την αρχοντογυναίκα, αλλά δεν θα πούμε ποτέ «αρχοντοψώλης» για τον αρχοντάνθρωπο (προσέξτε και εδώ το βήτα συνθετικό!). Και τα λοιπά.

Θα 'ταν ευχής έργον να εντοπιστεί η πρώτη χρήση του -μούνα ως ταυτόσημου με το -γυναίκα. Να ξέραμε πότε και πώς άρχισε το πράμα βρ' αδερφέ. Αν μη τι άλλο, ώστε ν' αποτρέψουμε να γίνει το ίδιο και για το υπερπανίσχυρο φύλο των πέντε ηπείρων και των εφτά θαλασσών...

Δες και -καυλος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Khan

Οι τελευταίες τρεις παράγραφοι έχουν πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση. Υπάρχει άραγε και ψυχολογική εξήγηση για αυτό;

#2
Επισκέπτης

Γράφετε: «η γυναίκα μπορεί να αναχθεί ολόκληρη στο πράμα της, αλλά ο άντρας όχι»: δεν θεωρώ ότι η παρατήρηση αυτή είναι σωστή. Υπάρχει η βρισιά «ρε αρχίδι» που κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα στους άντρες.

Επίσης, τόσο στα ελληνικά όσο και στα αγγλικά η βαρειά βρισιά «μουνί» («cunt»), χωρίς άλλον προσδιορισμό, κατά περίεργο τρόπο απευθύνεται κατά παράδοση μόνο σε άντρες, εξού και είναι πάρα πολύ προσβλητική, μια και ανάγει έναν άντρα σε γυναικεία όργανα.

#3
vikar

Φίλε ή φίλη Βού, έχεις δίκιο για το αρχίδι, το οποίο ωστόσο είναι σημαντικό οτι είναι βρισιά· παρόμοια έχουμε και το τσουτσού (πιό ελαφρύς χαρακτηρισμός). Αντίθετα μ' ότι λέω στις τελευταίες παραγράφους του ορισμού, η βρισιά αρχίδι δέν σημαίνει απλά και ουδέτερα «άντρας», αλλα ξερωγώ «μαλάκας άντρας»· είναι φορτισμένη λέξη, έχει δηλαδή πιό στενή σημασία απ' το απλό «άντρας».

Στις τελευταίες παραγράφους αναφέρομαι (και ίσως έπρεπε να το κάνω πιό σαφές, σόρι) στη χρήση του επιθήματος -μούνα απ' τη μιά και του -ψώλης (και λοιπά) απ' την άλλη. Εννοώ λοιπόν οτι το -μούνα δέν φορτίζει, δέν στενεύει σημασιολογικά τόσο το σύνθετο που προκύπτει (βλέπε και το αντίστοιχο λήμμα), ενώ στα σύνθετα που προκύπτουν στο εδώ λήμμα, το επίθημα είναι πάντα φορτισμένο, δίνει ειδική, πιό στενή σημασία απο το απλό «άντρας» (συγκεκριμένα αφορά τη σεξουαλικότητα του άντρα).

Καίρια η παρατήρηση και για το μουνί. Γενικότερα, η αλλαγή γένους στην αργκό είναι θέμα που ακόμα να πιάσουμε καλά.

#4
vikar

Ενδιαφέροντας ο καινούργιος σχηματισμός αγαθοψώλης ώς προς τις πίπες του ορισμού, καθότι εδώ, αντίθετα με τα υπόλοιπα, το -ψώλης σημαίνει απλά «άντρας», και προέρχεται απο το πολύ εδραιωμένο αγαθομούνα.

Νά πως γυρνάει το πράμα λοιπόν (τα λέει άλλωστε και ο τζόνι στο μουνί ίσον «άντρας»): με τον αντρικό σεξισμό να προηγείται, ο γυναικείος προκύπτει ως μίμηση του πρώτου.