Μπαίνω στο κομπιούτερ μου, δηλαδή λογκάρω σε αυτό. Επίσης, συνδέομαι στο διαδίκτυο ή σε κάποια ιστιοσελίδα.

- Βράσταγκιρλ: Μην με ενοχλείς, μπαίνω στο κομπιούτερ.
- Βράσταμπόϋ [πανικόβλητος]: Αν μπεις στο κομπιούτερ, εγώ τι αδελφούλα θα έχω;
(πραγματική συνεννόηση κλαρίνο μεταξύ Βράστακιντς)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία