Από το τούρκικο kilavuz που σημαίνει οδηγός (οδηγητής), αυτός που μας δείχνει το δρόμο.

Το κολαούζο ή σπειροτόμος, είναι εργαλείο κοπής σπειρώματος σε οπές, ενώ σε άξονες χρησιμοποιείται η φιλιέρα.

  1. «Χωριό που φαίνεται κολαούζο δε θέλει.»

  2. - Πιάσε το κολαούζο κι άνοιξε καινούριο πάσο (σπείρωμα).

(από Galadriel, 21/01/10)(από iwn, 18/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
aias.ath

Κολαοῦζος λέγεται καὶ ὁ τῆς προσκολλήσεως. Πχ Ἦρθε ἡ Μαρία μὲ τὸν Σταῦρο καὶ φέρανε καὶ τὸ Γιάννη, γιὰ κολαοῦζο.
Θὰ μποροῦσα νὰ εἰκάσω ὅτι κολαοῦζος < προσκόλλησι, ἀλλὰ μοῦ λείπει ἕνα λ. Βικάριε, λὲς νὰ πρόκειται γιὰ ἀπολάβδωσι;

#2
Galadriel

Στο βικιλεξικό έχει περισσότερες εκδοχές.

Παίζει και η παροιμία« μωρό που κλαίγεται, κολαούζο Κατέλη» ή κάπως έτσι.

#3
vikar

Μα βρε Αίαντα, για τέτοια πράματα ρωτάμε είπαμε Χότζα... :-Ρ

#4
obi wan

Ξαδερφακια με τον βιδολογο και το αλεζουάρ

#5
Gambertais

κολαούζος λέγεται και το ψάρι Πέρκα, επειδή παραφυλάει το χταπόδι για να φάει τα αποφάγια του, αλλά με τον τρόπο αυτό ακυρώνει το τέλειο καμουφλάζ του χταποδιού.

#6
dryhammer

Κολαούζος στην ναυτοσλάνγκ και το ψάρι-πιλότος του καρχαρία