Το σαλιγκάρι στην κρητική διάλεκτο.

Παράγεται από την αρχαία λέξη κοχλίας που σημαίνει βίδα.

Χοχλιδολόγος είναι αυτός που μαζεύει χοχλιούς.

Πάμε να φάμε χοχλιούς μπουμπουριστούς.

(δηλαδή, σαλιγκάρια τηγανισμένα ανάποδα).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
knasos

Όντως, Αξίζει Να Το Δεις.

#2
alamo

Ανάποδα; δλδ; Σου πώ ότι κάτσει στο τηγάνι, οι χοχλιοί παναρισμένοι, στο στρογγυλό δεν υπάρχει ανάποδα.
Πήδα από το τηγάνι και πέσε στη φοθιά.

#3
electron

νομίζω οτι σε ολη την επικρατεια λέγονται χοχλιοί ή κοχλιοί...
το μπουμπουριστός όμως είναι σίγουρα σλανγκ...