Το σκληρό, ξηρό, μη καταπόσιμο, ανευ σεξουαλικών προεκτάσεων. Προφανής σύνδεση με την «μπριζόλα-σόλα» που δεν μασιέται με τίποτα.

  1. λαιμός σαν παπούτσι: ταλαιπωρημένος φάρυγγας, λάρυγγας από κρυολήγημα, αμυγδαλίτιδες κλπ.

  2. γύρισα σπίτι παπούτσι: τσιγάρο, ποτό και ξενύχτι μαζί, με συνέπεια βραχνάδα και ίσως αφωνία.

  1. - Δεν πίνω ψηλέ γιατι κουμπώνομαι. Μ'έχουν πιάσει οι αμυγδαλές μου και έχω εναν λαιμό παπούτσι.
    - Πιες ρε φρούλη λιγη βοντκίτσα και θα στρώσει αμέσως!

  2. - Γιατί μιλάς σαν αδερφή ρε, τί έπαθες;
    - Έμπλεξα χτες με κάτι τσιμπουκοϋβρίδια από το Περιστέρι και πήγαμε μέχρι τις 5.30 στο Δικαστήριο. Φούλ τσιγάρο, μπόμπα και καυλάντισμα και με τις 3. Παπούτσι γύρισα σπίτι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
ο αυτοκτονημενος

και ειχα την εντυποση οτι ηταν τσαρουχι

#2
Abas

εχεις δικιο για το τσαρουχι. το φοβερο ειναι οτι το παπουτσι το ακουσα για πρωτη φορα απο γιατρο ωρλ οταν ειχα κατι προβληματακια με το διαφραγμα....

στη 2η ερμηνεια παντως ειχα μεινει καγκελο οταν την πρωτοακουσα απο βορειοελλαδιτικη παρεα σε επισκεψη μου στην καβαλα προ ετων

#3
vikar

Άν δεν κάνω λάθος, ο Κωνσταντάρας χρησιμοποιεί την έκφραση όπως την δίνει ο Αμπάς στο 1: «Πά πα πα... Παπούτσι 'ναι το στόμα μου» (έχει μόλις ξυπνήσει με τρελό χανγκόβερ). Δέν θυμάμαι την ταινία όμως γαμώτ'. Ασπρόμαυρη.

#4
HODJAS

«Ο Σπαγγοραμμένος »(1967 Α. Σακελλάριος - Κ. Καραγιάννης πρωταγ. Λ. Κωνσταντάρας - Α. Μπάρκουλης) ρημέηκ του
«Ένα Βότσαλο στη Λίμνη» (1952 Α. Σακελλάριος - Χ. Γιαννακόπουλος πρωταγ. Β. Λογοθετίδης - Ε. Πρωτόπαππας)

#5
iwn

από το τουρκικό pabuc=υπόδημα