Το λασποχώραφο είναι το μη εύκολα καλλιεργήσιμο χωράφι. Αυτό που δεν αποδίδει. Σαν όρος με τη μεταφορική του έννοια, χρησιμοποιείται από άνδρες σε αντροπαρέες για τον χαρακτηρισμό της άσχημης ή μη άξιας λόγου γυναίκας όσον αφορά το σεξ. Επίσης, πιο σπάνια, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως απαξιωτικός χαρακτηρισμός αναφορικά με τη νοημοσύνη κάποιου.

Καθόμασταν με το Γιώργο και πίναμε καφέ. Και περνάει μια γκόμενα, θεά. Περπάταγε και ραγίζανε τα τσιμέντα. Τη χάζευε όλο το μαγαζί. Και γυρνάει ο δικός μου και μου λέει: «Ρε Μήτσο, κοίτα τι γαμάει ο κόσμος κι εμείς κάθε μέρα στο λασποχώραφο», εννοώντας τη γυναίκα του. Πνίγηκα από τα γέλια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Khan

#2
Galadriel

Μάααστα, ωραίος κύριος ο Γιώργος που μιλάει έτσι για την γυναίκα του στους κολλητούς... Δεν έχει πιάσει το νόημα να ξέρει ότι ακόμα και την θεά που σχολιάζανε κάποιος έχει βαρεθεί να την πηδάει...

#3
Επισκέπτης

.....διαφορετικής έννοιας αλλά σχετικό με τα χαμηλής σημασίας χωράφια το στερφολείβαδο. Λειβάδι με φτωχή βλάστηση που βάζουν να βοσκάνε τα ζώα που έχουν συμπληρώσει τον αναπαραγωγικό του κύκλο και συνεπώς δεν έχουν ανάγκη πλούσιας τροφής.Ένα βήμα πριν τον χασάπι μάλλον...