Σύνθετη λέξη από τις «πούτσα» (το ανδρικό μόριο) και «χαμπέρι» (στα τούρκικα τα νέα). Χρησιμοποιείται ως όρος για τις συζητήσεις μεταξύ ανδρών σε ανδροπαρέες, ή για τα νέα που αφορούν μια ανδροπαρέα.

-Ρε συ έλα να δούμε το ματς με τους άλλους… Να βρεθούμε όλοι μαζί, να πιούμε καμιά μπύρα και να πούμε και κανένα πουτσοχάμπερο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Khan

#2
Khan

Ξέρει κανείς την σχέση ανάμεσα στο πουτσοχάμπερο (ουδ.) και τον πουτσοχάμπερο (αρσ.); Ισχύουν και οι δύο ορισμοί; Τι είναι το πρωταρχικό και τι το δευτερογενές;

#3
poniroskylo

Τι να σου πω; Μάλλον να πω πρώτα ότι εγώ τις ξέρω τις δυο λέξεις λίγο διαφορετικά από τους ορισμούς. Ο πουτσοχάμπερος είναι ο ασόβαρος, ο τραλαλάς, αυτός που πετάει κοτσάνες - νταξ, αυτό είναι πολύ κοντά στον ορισμό που υπάρχει. Το πουτσοχάμπερο το ξέρω να σημαίνει κάτι σαν κουβέντα του κώλου, βλακεία, λέμε καμιά μαλακία να περάσει η ώρα, όχι απαραίτητα με σεξουαλικό περιεχόμενο, και μάλλον όντως αφορά σε αντροπαρέες. Λογικά, το ουδετερο, το πουτσοχάμπερο πρέπει να προηγείται - γιατί το χαμπάρι είναι κοινή λέξη - αλλά προσωπικά το έχω ακούσει σπάνια ενώ ο πουτσοχάμπερος νομίζω ότι λέγεται πιο πολύ. Τέσπα, δεν θα το 'ψαχνα και πολύ. Αυτές είναι λέξεις, πιστεύω, που λέγονται σε ένα εν γένει, σε μια κατάσταση ευθυμίας και χαβαλέ - την οποίαν και εν πολλοίς περιγράφουν - και δεν νομίζω ότι ντε και καλά ακριβολογούν. Το τι ακριβώς σημαίνουν είναι θέμα στιγμής, διάθεσης και συμφραζομένων. Λέμε τώρα.

#4
Khan

Με κάλυψες. Θυμάμαι στο τελευταίο ρεππαπαπαθανασιούργημα- επιθεώρηση, έχουν μια τατιανίστικη εκπομπή που την λένε «πουτσοχάμπερα».

#5
Khan

Μπεοχάμπερα