Ένα πολύ καλοσχεδιασμένο αντικείμενο, με ιδιαίτερο και ψαγμένο στυλ, με μοντέρνο και μινιμαλιστικό κυρίως σχεδιασμό.
Αν είναι μπαρόκ, ρουστίκ ή οτιδήποτε άλλο, όσο καλοσχεδιασμένο κι είναι δεν χαρακτηρίζεται έτσι.

Όλοι αυτοί οι ορισμοί προκύπτουν από τον αγγλικό όρο design, γιατί στα ελληνικά δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος πλην του σχεδιασμού, που είναι αρκετά προβληματικός εφόσον χρησιμοποιείται για τελείως διαφορετικά πράγματα.

Πχ. σχεδιαστής μπορεί να είναι ο γραφίστας, μπορεί να είναι και ο χειριστής autocad που φτιάχνει αρχιτεκτονικά σχέδια, ή κάποιος που σχεδιάζει ρούχα.

  1. Ανακάλυψα ένα σούπερ ντιζαϊνάτο μπαράκι, είσαι για κανένα ποτάκι το βράδυ μωρό;

  2. Πάει ο άλλος και παίρνει laptop χωρίς να κοιτάξει specs, παρά μόνο κοιτάει να είναι ντιζαϊνάτο για να πουλά μούρη.

  3. Πολύ ντιζαϊνάτο το καινούργιο κινητό της Τsimpanarxidi.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία