Γεμάτος, πλήρης.

Συνώνυμα: πήχτρα, φουλ, κάργα.

- Πώς περάσατε στο πάρτι με τον έτσι προχθές;
- Ξενέρααα... Κατάσταση καυλόσπυρο και γυαλί-πατομπούκαλο. Τίγκα στα σπασικλάκια... Ούτε σε συνέδριο μαθηματικών να με πήγαινε.
- Τόσο χάλια;
- Ρε πίναν λεμονάδες και τρώγαν τυροπιτάκια λέμε...
- Έλα ρε...! Κι ο δικός σου γούσταρε;
- Τα τυροπιτάκια ναι, τη χυλόπιτα δεν ξέρω.

(από joe909, 21/08/12)

Βλ. και μπίμπα, φίσκα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
jesus

γράφεται κ τίνγκα.

#2
earendil_ath

ρε παιδιά εγώ μόνο με αυτή την έννοια, του γεμάτος, το έχω ακούσει... Πού τους ακουσατε τους υπόλοιπους ορισμούς, έχουμε πηγές από κάπου;