Ο τριαντά που κοίταξα δεν έχει τίποτ' απ' τα δύο, οπότε να γαμιέται και αυτός.
Είμαι/μ'έχουνε/μ'αφήνουνε στην απ' έξω πα να πει τα τσογλάνια δε με παίζουνε, κάνουνε κάτι και δεν ειδοποιούνε, με αγνοούνε, μπουχουχού, οι άντρες περνούν, μαμά. Εις τόπον στάση. Με προθετική στα ρώσσικα.
Τρώω απ' έξω, ή απλά απ' έξω, προελεύσεως σημαντικό, και στα ρώσσικα, όπως και στ' αρχαία, με γενική. Το φαγητό το οποίον δεν είναι σπιτικό, ντελjίβερυ, παναγιωτόπουλος, κρύα ανέκδοτα.
- Καλά ρε παιδιά, τα πίνετε στο καφενείο και εγώ στην απέξω; Από τι ώρα είστε δω;
- Έχου-χικ-με τρεις ώρες, 'α μήν έχουμε;
- Ρε, τα μουνόπανα. Κάπελα, βάλε ένα ανάμεικτο να τους προλάβω!- Τι έγινε με Μήτσουρα ρε συ;
- Τι να γίνει ρε μαλάκα. Μία στην απ' έξω, δύο, τρεις, ε, να πα να γαμιέται, δε θα τους κυνηγάω εγώ. Αν δε γουστάρουνε την πάρτη μου, καλώς.- Έχεις τίποτα να σαβουριάσουμε;
- (σηκώνει φρύδια)
- Φάμε απ' έξω;
- (καταφατικό νεύμα)
- Πίτσα;
- Άντρας.
4 σχόλια
Doctor
Στός (αλλά τι στο λέω θεός είσαι το ξέρεις ότι είσαι Στός). Βάλε και το «μαθητικό» «(το ξέρω) απ' έξω» = «(το ξέρω) νεράκι» = «(το ξέρω) πολύ καλά».
HODJAS
Σωστός (5Χ2)!
Συμπλήρωση: Η απ' έξω ή απ' όξω στην κλασσική αργκό λέγονταν η εξωτερική τσέπη του σακακιού, ιδίως όταν επρόκειτο για δωροδοκία, δηλ. η στερεότυπη φράση ήταν «ρίξτα στην απ' όξω» δηλ. βάλτα στην τσέπη μου (με τρόπο).
Συναφής έκφραση ήταν αυτή που έλεγαν στους παλιούς κολτζήδες (τουρκ. τελωνοφύλακες), προκειμένου να μην ανακατεύονται στα κοντραμπάντα «πιάστα με το κουλό» δηλ. πάρε τα φράγκα με το αριστερό χέρι.
jesus
νομίζω, δόκτορα, το έχει ο τριαντά αυτό που λες, θα το κοιτάξω. αλλά προς το παρόν δε συμμορφώνομαι προς τας υποδείξεις.
@χότζας: έπος;
(σας αφήνω τώρα, πα να δω το πρόσωπο)
Khan
Ωχ, πάλι θα μυρίζουν ποδαρίλα τα μαλλιά της Μαρίας της Μαγδαληνής...