Σλανγκίζω σημαίνει χρησιμοποιώ με σλανγκ τρόπο ή προσδίδω σλανγκ σημασία σε μια κατά τ' άλλα καθόλου σλανγκ λέξη ή έκφραση. Ωσεκτουτού, η περί ης ο λόγος λέξη λέμε ότι «σλανγκίζεται» (ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ρ. βάζω).
Το ρήμα σλανγκίζω και τα παράγωγά του (σλανγκιά, σλανγκισμός, σλανγκιστί, σλανγκάζ, σλανγκιστής), όσο ξέρω, πρωτοδιατυπώθηκαν εδώ μέσα.
2 σχόλια
Khan
Για τον ιστορικό του μέλλοντος, να πούμε ότι έχουν διατυπωθεί και ιδεολογικές ενστάσεις προς το σλανγκίζειν, ότι η κατάληξη -ίζω δίνει μια υπερβολικά ενεργητική σημασία στην πράξη της σλανγκ, με άλλα λόγια, ότι παίρνω μια οποιαδήποτε λέξη και της γαμάω την μάνα, την στρουμφίζω με μπόλικη επιτήδευση. Βεβαίως, το δίπολο σλανγκ εναντίον επιτήδευσης έχει αποδομηθεί προ πολλού, οπότε η διαφορά είναι περισσότερο μεταξύ σλανγκίσματος με ευρύτερο κοινωνικό έρεισμα αφενός και σλανγκίσματος στο μοναχικό λαπιτόπι του διανοούμενου Σλάνγκου αφεδύο.
Επίσης, βρασταμανιστί λέγεται και σλανγκεύω- εσλάνγκεψα.
Vrastaman
Διαβάζοντας το λήμμα αυτό σκέφτηκα «θα μπορούσε να είναι και σλανγκεύω». Αμέσως μετά πετάγεται ο Χάνυ και μου λέει ότι έχω γράψει κάτι τέτοιο. Mondo bizzarro!