Ο σταλός ή και το σταλό, είναι το χρηματικό αντίτιμο στα τσιγγάνικα.
Συνώνυμα: μπαγιόκο, μπακίρι, μουρμούρια, μπακοτσέτουλα, αργύρης, όβολα, τάλαρα, παράδες.
-Να πέφτει το σταλό.
Ο σταλός ή και το σταλό, είναι το χρηματικό αντίτιμο στα τσιγγάνικα.
Συνώνυμα: μπαγιόκο, μπακίρι, μουρμούρια, μπακοτσέτουλα, αργύρης, όβολα, τάλαρα, παράδες.
-Να πέφτει το σταλό.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
11 σχόλια
GATZMAN
Τζίμπα και ένα λίνκ για το ομώνυμο Χανιώτικο παραλιακό χωριό
poniroskylo
@iwn
Έχεις κάποια παραπομπή σε κείμενο με αυτή τη λέξη; Δεν την βρίσκω στο νέτι και δεν την βρίσκω σε λεξικά ρομανί.
iwn
@poniro
είναι που οι τσιγγάνοι δεν βάλαν ακόμα ίντερνετ στο τσαντίρι.
:)
iwn
Μπορείτε να την ακούσετε στο φυσικό της χώρο, εάν τον επισκεφθείτε.
poniroskylo
HODJAS
Πολύ καλό λήμμα κι ο πονηρός κοίλος ανεβάζει πήχυ σάιτοστ με τις ρησερτσιές του...
;-)
Vrastaman
Μήπως, λέω μήπως, έχει τελικά σχέση με τα στάζω;
poniroskylo
@vrastaman
Κι εγώ το σκέφτηκα αυτό με το στάζω. Αν είναι σωστή η υπόθεση, θα σήμαινε ότι το σταλό δεν είναι τσιγγάνικης προέλευσης. Πράγμα που θα εξηγούσε γιατί δεν προκύπτει στα τσιγγάνικα λεξικά. Όλα αυτά καλά ακούγονται αλλά κρατώ μια επιφύλαξη α) γιατί μπορεί να έχει καταγραφεί ως τσιγγάνικο και απλώς να μην το βρίσκουμε και β) διότι ο iwn μπορεί να ξέρει κάτι παραπάνω από αυτά που έχει γράψει.
@hodjas
Τeşekkür ederim!
Vrastaman
Το λεξικό αυτούνοβγάζει την λέξη štala (σταύλος) πράγμα που δεν βοηθάει να κατα-σταλάξουμε κάπου αλλά το αναφέρω περισσότερο για να επισημάνω το λύνξ :-)
poniroskylo
Ε, ναι, αυτό είναι το καλύτερο λεξικό μακράν.
Υπάρχει και η λέξη στάλος = σκιερό μέρος που κάθονται τα πρόβατα το μεσημέρι, και ρήμα σταλίζω. Καμμία σχέση, όμως.
Vrastaman
ΡΤΠ μου προκάλεσες και γαμώ τις φλασιές. To ποιμενικό «σταλίζω» τελικά έχει κοινή ρίζα με το αγγλοσαξονικό «to stall»!!!
Βουαλά και η απόδειξις!