1. Στα Σκυριανά, ο γοργοπόδαρος.

  2. Στα μηχανόβια σινάφια το αλάνι της ασφάλτου. Ο μοναχικός καβαλάρης που κόβει με τα γκάζια στο φουλ περισσότερα χιλιόμετρα το μήνα απ’ ότι άλλοι στο χρόνο. Ντόπες του η ταχύτητα, η μυρωδιά βενζίνης και γράσου ακομπανιαμέντο με τους ήχους της θεάς Μηχανής. Σκληρές ροκιές παίζουν σαν υπόκρουση στις πλείστες ταινίες που τον μυθοποίησαν σαν προσωποποίηση της ελευθερίας. Φέρει τον χαρακτηρισμό με τιμή και καμάρι. Η συνοδεύουσα βρωμιά, κούραση και ταλαιπωρημένη επιδερμίδα από ήλιο κι αέρα είναι αξεσουάρ όπως π.χ. η μπαντάνα. Ό,τι έχει νοιώσει δε θα το νοιώσουν οι λοιποί φευ, ούτε με μεταμόσχευση.

Από κοντά κι ο γκαζόκαυλος οδηγός πειραγμένων οχημάτων παντός είδους.

  1. Σε διάφορα επαγγέλματα δηλώνει το αντίθετο του στρογγυλοκαθισμένου στην καρέκλα γραφειάκια – κομπιουτεράκια του κλεισμένου σε τέσσερα ντουβάρια. Αυτόν που είναι μέσα σ’ όλα, συνεχώς σε κίνηση, τον κυνηγό στη ζούγκλα του πεζοδρομίου, τον μάχιμο π.χ. ρεπόρτερ.

Στα φωτογραφικά σινάφια είν’ αυτός που αντλεί τα θέματα απ’ τη ζωή του δρόμου, που ‘ναι στην τσίτα για τη στιγμή – ευκαιρία για το μεγάλο θέμα.

Νομίζω πως κυκλοφορούν δρομιάρηδες σλαγκοανταποκριτές.

  1. – Πού χάθηκες πάλι βρε δρομιάρη;
    - Εδώ.
    - Καππαδοκία!! Για τριήμερο ρε πούστη; Έχεις τζαζέψει κάργα. Καλά τη μάχα δε τη λυπάσαι; Τι την τάιζες;
    - Πάντα τα καλύτερα και μάλιστα φθηνότερα.
    - Αν βάλω χεράκι στο καθάρισμα παίζω στα προσεχώς;
    - Στα πόσα αλλάζεις φλάντζα;

  2. «… Θα μου πεις η Nikon δεν έχεις autofocus, αλλά η φωτογραφία δρόμου γίνεται κατά κανόνα μέρα, σε άπλετο φως. Σε αυτά τα εστιακά μήκη και γύρω στο f8 με f11, το βάθος πεδίου είναι γιγαντιαίο, πόσο δύσκολο είναι να το πετύχεις; Ότι πρέπει για τον... φτωχό, ερασιτέχνη, δρομιάρη καλλιτέχνη….»
    (αγορασμένο)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία