Κυριολεκτικά, η σκόνη, ο κουρνιαχτός.

Μεταφορικά: η μάζα, το σύνολο, το μπούγιο, το χάος, το κοπάδι, η αγέλη (μεταφορικά πάλι). Προφ, όταν ένα σύνολο Χ μετακινείται, σκων' σκον'.

Έκφραση: «με τον μπουχό» = κοπαδηδόν.

Βλ. και γίνομαι μπουχός, βλ. και εδώ.

Δεμπάω διακοπαί με το μπουχό, προτιμώ να κάτσω σπίτι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία