Ο πεοδείκτης όχι μόνο δείχνει τον πέοντα, αλλά άργκιουαμπλjυ και του μοιάζει, εξ ου και οι εκφράσεις τον κάνω γραβάτα και σιδερώνω τη γραβάτα.

Εδώ μας ενδιαφέρει η γραβάτα γραμματέα / γραμματέως. Φανταζόμαστε μια αναγεννησιακή (που λέει κι ο Βράστα) γ(ρ)αμματέα με εξαντρίκ ντύσιμο γραφείου να φοράει ένα άσπρο πουκαμισάκι, του οποίου δοκιμάζονται άγρια οι αντοχές καθώς τεντώνεται από δύο ευβαρείς και ευμεγέθεις βυζούμπες, και στην μέση μία λεπτή γραβατούλα να ασπαίρει όπως και τα κουμπιά του πουκαμίσου που πάνε να σπάσουν. Στη συνέχεια σκεφτόμαστε την ως άνω γ(ρ)αμματέα γυμνή με τις βυζούμπες σε κοινή θέα και ανάμεσά τους αντί για γραβάτα τον μπαργαλάτσο μας να κόβει βόλτες πάνω κάτω, ισχνός ο καημένος μέσα στο διάσελο από τις βυζάρες. Όντως, ως γραβάτα (γραμματέα) εννοούμε το ισπανικό, την βυζομαλακία.

(Σ.σ.: Έχω την εντύπωση ότι είναι εισαγόμενη σλανγκιά).

Φοβερές βυζούμπες έχει η Άννα. Πολύ θα ήθελα να της έκανα μια γραβάτα.

(από Khan, 08/01/11)(από Khan, 04/02/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Khan

Διαπίστωσα εκ των υστέρων ότι έχουμε το λογοπαίγνιό μου: γαμματέας.

#2
soulto

Madonna, 1977