Φανατικός και παθιασμένος θαυμαστής συγκεκριμένων προϊόντων ή δημιουργών της ποπ κουλτούρας (η οποία περιλαμβάνει μουσική, κόμικς, βιβλία, σινεμά, τηλεόραση και τα συναφή, αλλά και brands, δηλαδή μάρκες, εταιρείες, μοντέλα συσκευών ή οχημάτων κλπ).

Αρχικά ο όρος περιοριζόταν σε ιδιαίτερα γούστα, σε πράγματα που ανήκαν στο περιθώριο είτε επειδή θεωρούνταν μπας-κλας (τα mainstream ΜΜΕ τα σνομπάρουν, οι κριτικοί τα θάβουν, το κοινό τα θεωρεί μυστήρια φρούτα και δε θέλει πολλά πολλά με δαύτα), είτε επειδή ήταν πανάγνωστα. Δηλαδή, κάποτε νοούνταν φανμπόι του Marvel Universe αλλά όχι του Michael Jackson. Στην πορεία, έγιναν όλα αχταρμάς, και πλέον μπορείς κάλλιστα να είσαι φανμπόι του σούπερ ποπ σταρ της χρονιάς (εβδομάδας) ή της πιο διάσημης και επιτυχημένης εταιρείας λογισμικού στον κόσμο.

Αρνητικά φορτισμένο, χαρακτηρίζει κάποιον τόσο θεαματικά σκαλωμένο, που είναι εντελώς αδύνατον να κάνει αμερόληπτη κριτική στο αντικείμενο του θαυμασμού του ή έστω να συζητήσει πολιτισμένα. Που το υπερασπίζεται μέχρι θανάτου σε πείσμα των γεγονότων, που παίζει και μπουνιές για πάρτη του χωρίς κανένα προφανή λόγο, «είπες κάτι για τη μάνα μου» φάση.

Θετικά φορτισμένο, χαρακτηρίζει αυτόν που αγαπάει κάτι επειδή το 'χει ψάξει εξαντλητικά, γνωρίζει τα πάντα επ' αυτού και, ενήμερος πλέον, δικαιούται να διατρανώνει την εν λόγω προτίμηση προς πάσα κατεύθυνση και με κάθε ευκαιρία.

Το ένα δεν αποκλείει το άλλο, βέβαια. Τα φανμπόιζ θεωρούνται ακίνδυνα κατά μόνας, αλλά όταν μαζεύονται ή/και οργανώνονται, καλό είναι να αντιμετωπίζονται ψύχραιμα και από μακριά: μην τα τσιγκλάτε και μην τα ταΐζετε μετά τα μεσάνυχτα. Οι διαδικτυακοί πόλεμοι μεταξύ αντίπαλων φανμπόιζ είναι πάντα μια καλή εναλλακτική όταν δεν έχει τίποτα στην τηλεόραση.

Γένος: αρσ. φανμπόης, αρσ. ή ουδ. φανμπόι, θηλ. ή ουδ. φανγκέρλ.

Παράγωγο ουσιαστικό που φανερώνει ιδιότητα: φανμποϊλίκι

Ετυμ. < αγγλ. fanboy (έχει επίσης αποδοθεί σλανγκικώς ως πουτανάκι) < fanatic (φανατικός) < λατιν. fanaticus (ενθουσιασμένος) < fanus (ιερό) + boy (αγόρι) < μσν. boie (υπηρέτης, «παιδί»)

  1. «To Black Sabbath δεν είναι άλμπουμ. Είναι η απόδειξη ύπαρξης του Θεού στη Γή.»
    (τυπική δήλωση φανμπόι, απ' εδώ)

  2. ...εγώ πάλι ΟΝΤΑΣ φανμπόης του Λιντλ... (απ' εκεί)

  3. (σε συζήτηση για το αν θα έρθει Ελλάδα ο Roger Waters για την περιοδεία The Wall Live)
    - Αν γίνει θα πιστέψω στο Θεό :-) - Αν γίνει θα πιστέψω ότι το χρήμα ουδείς εμίσησε...
    - Με κίνδυνο να φανώ φανμπόι κι έτσι, απλά να πω ότι ο συγκεκριμένος κύριος είναι απο τις ελάχιστες περιπτώσεις στον χώρο της γενικότερης ρόκ, που μόνο για αυτό δεν μπορείς να τον κατηγορήσεις.

  4. Απεχθάνομαι κάθε είδους φανμπόι αλλά στο θέμα Transformers είμαι το υπέρτατο φανμπόι (γυαλίζει την στολή και το κράνος του Megatron που θα βάλει στην πρεμιέρα)
    (δώθε)

  5. - Δεν ξέρω αν μιλάω σαν φανμποης, ούτως ή άλλως το Oceanic το έβαλα Νο1 στη λίστα, αλλά τουλάχιστον το Wavering Radiant είναι συγκρίσιμο με τα υπερέπη όπως σωστά είπες. [...]
    - Mιλάς σα φανμπόης, εγώ σαν τι μιλάω δλδ; Δεν είσαι μεγαλύτερος φανμπόης από μένα και αν θες βγες έξω να τις μετρήσουμε.
    (κείθε)

  6. Στην τελική οι Maiden είναι ένα από τα 2 αγαπημένα μου γκρουπς... ωραία; Αυτό δε σημαίνει ότι δεν μπορώ να παραδεχτώ ότι έχουν κάνει μαλ*ες κατά καιρούς ή δεν ρουφάνε το αίμα των οπαδών κλπ... Αυτό λέγεται **φανμποϊλίκι το ξαναλέω... και ποτέ δεν μ' άρεσε..
    (σαπέρα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Pirate Jenny

Το φανγκέρλ θα το κάνω ξεχωριστό ορισμό προσεχώς.

Trust me... I know what I'm doing.
έκρηξη

#2
Pirate Jenny

Α, και να πω ότι πήρα πάσα απ' τον Mr Cadmus στο δημόσιο πρόχειρο. (Σόρι, το ξέχασα.)

#3
Nakas

Στην Ιαπωνία πρόκειται για τους περίφημους Otaku. Βλ. μύδι.

#4
Pirate Jenny

Διαφωνώ. Δεν είναι το ίδιο. Το φανμπόι στα ελληνικά (ελληνικούς χαρακτήρες μιλάμε, έτσι; ) απέχει παρασάγγας από το κλασικό αμερικάνικο fanboy, πόσο μάλλον από Otaku και δε συμμαζεύεται.

Στα ελληνικά, οι ελάχιστοι πραγματικά εξειδικευμένοι λέγονται (wait for it...) fanboy ή otaku. Όχι φανμπόι. Να το πω αλλιώς, οι πραγματικά εξειδικευμένοι (σε κόμικς, άνιμε, κλπ) δε βαριούνται να πατήσουν alt tab. Κι αν βαριούνται, γράφουν αποκλειστικά με αγγλικούς χαρακτήρες, όχι ελληνικούς. Τους βγαίνει πολύ πιο φυσικά ο ξενικός όρος παρά ο ελληνοποιημένος, επειδή το αντικείμενο, τι να κάνουμε, το κατέχεις μόνο αν το πάς μέσω αγγλικών.

Σε αυτούς τους κύκλους, το «φανμπόι» είναι σχεδόν πάντα κοροϊδευτικό/αρνητικό, χωρίς την αίγλη ενός ψαγμένου και παθιασμένου fanboy, που είναι περήφανο για το κόλλημά του. Και που το κόλλημά του είναι πολύ πιο πλήρες από το «μ' αρέσει φανατικά», αλλά φτάνει να τρώει ΠΑΡΑ πολύ χρόνο, χρήμα και ενέργεια για να το «ταΐσει». Δεν είναι ερασιτέχνης. :-Ρ

#5
Nakas

Ενδελεχέστατη και εμπεριστατωμένη ανάλυση. Ωστόσο, είναι τελικά θέμα σχετικότητας. Για τους πραγματικούς otaku υπάρχουν λεπτές διαφορές. Οι υπόλοιποι δύσκολα ξεχωρίζουν τη διαφορά.

#6
vikar

Σά' να λέμε δηλαδή, φανμποϊλίκι ίσον οπαδιλίκι (αλλέως και κοπαδιλίκι);... Απ' την άλλη, το οπαδός, ακόμα κι' όταν χρησιμοποιείται έξω απο αθλητικά ή κομματικά συμφραζόμενα, σπάνια λέγεται με αρνητική σημασία... Χμ.

Πειρατίνα, πολύ γουστάρω τα ξεκάρφωτα καμπάκ σου. :-)

#7
Pirate Jenny

Ναι, η αλήθεια είναι ότι έχω short attention span.... :)

#8
Mr. Cadmus

Καλή φάση.

Το αστείο είναι ότι πέραν απ' το φανγκέρλ, παίζει κι η φανμπόϊσα, καθώς και ο φανμποϊσμός.

Πάντως για να απαντήσω στον Βικ, ο φανμπόης δεν ασχολείται με ομάδες ή κόμματα, εκεί είναι απλά οπαδός -εγώ δηλαδή το βλέπω ως διπλή ιδιότητα: Φανμπόης με τον Doctor Who (π.χ.), οπαδός με τον Αστέρα Εξαρχείων (λέμε τώρα...).

Και η αλήθεια είναι, όπως είπε η Πειρατίνα, πως ο φανμπόης θεωρεί τον προσδιορισμό αυτό ως τιμητικό, λες κι είναι ο μοναδικός αλλά παρεξηγημένος connoiseur...

#9
iron

με ρδεμπέψατε: όταν το λέμε προφορικά, θα πρέπει να λέμε Ο φανμπόης, ούτε καν σκέτο φανμπόης γιατί πάλι θα νομίζει ο άλλος ότι λέμε fanboys. Καλά, δεν θα τη χρησιμοποιήσω ποτέ αυτή τη λέξη, καλού κακού... μπορώ να λέω γενικά «φανατίλα» και να τελειώνουμε; (χμ, μάλλον ούτε αυτό, ουφφφφ)

#10
Mr. Cadmus

Φανμπόης -> φανμπόηδες, κατά το καουμπόης -> καουμπόηδες κ.ο.κ.

Εναλλακτικά το λες και φανμπόιζ στον πληθυντικό (το αναφέρει και στον ορισμό) αν και κττμγ είναι ξενέρα να χρησιμοποιούμε αμερικανιά πληθυντικό αφού βγαίνει κανονικότατος τύπος στα ελληνικά.

Πιο εναλλακτικά πέστο όπως θες ή μη το λες και καθόλου, από εναλλακτικές άλλο τίποτα... :)