1. Ο ανίκανος, ο άχρηστος.
  2. Το χειρότερο φύλλο της τράπουλας (ανάλογα με το παιχνίδι).
  1. - Σήμερα στη δουλειά ήρθε ένας καινούργιος μεγάλο λιμό. Του έλεγες να κάνει κάτι, και στην κοσμάρα του.

  2. - Άντε ρε, θα μου έρθει κανένας άσσος ή όλα τα λιμά;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
electron

και περίφημη έκφραση είναι το «λιμό αντράκι», που συνήθως αναφέρεται σε κάποιον καχεκτικό που το παίζει και τσαμπουκάς!