Από το γαλλικό à la. Σημαίνει «σε στυλ» / «σε ύφος» / «με τον τρόπο» κάποιου, τ., κττ.

Ακούγεται σαν μία λέξη, αλλά κανονικά γράφεται χώρια. Παρόλ' αυτά συνηθίζεται και ως ενιαίο, «αλά». Πάντως όχι με 2 -λ- καθότι δεν έχει καμία σχέση με το δικό μας αλλά, ούτε με το άλα.

  1. Παίξ' το χλίδας και βάλε κανα ματογυάλι α λα Ωνάσης.

  2. Να τσακίσουμε κανα φιλέτο με μανιτάρια α λα κρεμ ή να φάμε κάτι πιο υγιεινό, τι λες;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Khan

Το χρησιμοποιούν ad nauseam και οι Αγγλοσάξονες, με ιτάλjιξ, για να φαίνεται ότι είναι γαλλιά.

Πολύ συχνά είναι κάτι κακό. λ.χ. κυβέρνησε α λα Καντάφι. Εκλογές α λα Μιλόσεβιτς.

Επίσης, συχνά λέμε α λα γκρεκ.

#2
iron

στος, αν όχι κακό, ειρωνικό πάντως.