Είναι η γυναίκα που το παίζει γκομενάρα χωρίς όμως να είναι. Επίσης, συναντάται και στο θηλυκό: η φαινομούνα.
- Ρε μαλάκα κοίτα αυτή εκεί! Ποια νομίζει ότι είναι;
- Έλα μωρέ με το φαινόμουνο... Το παίζει γκομενάρα ενώ δε βλέπεται!
Είναι η γυναίκα που το παίζει γκομενάρα χωρίς όμως να είναι. Επίσης, συναντάται και στο θηλυκό: η φαινομούνα.
- Ρε μαλάκα κοίτα αυτή εκεί! Ποια νομίζει ότι είναι;
- Έλα μωρέ με το φαινόμουνο... Το παίζει γκομενάρα ενώ δε βλέπεται!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
4 σχόλια
o_perastikos
Καλό. Το λήμμα όμως, δε θα μπορούσε να ερμηνευτεί/παρερμηνευτεί σαν μια γυναίκα «φαινόμενο»; Ασυνήθιστα όμορφη;
lkouklentes
Βγαινει απο το «Φαίνομαι»... Που «θέλει να φαίνεται».
Γίνεται πιο κατανοητό απο την παράφραση γνωστής φράσης:
«Τα φαινόμουνα απατούν»
Δηλαδή κάτι που φαίνεται κάπως, δεν είναι όπως φαίνεται... :)
deinosavros
Εξοχα και τα δύο σχόλια. Μάλιστα, αν πάρουμε την εκδοχή του περαστικού και συνθεωρήσουμε ότι κατά Μπάμπη το αρχ. ελλην. όρρος σήμαινε γλουτοί, οπίσθια, τότε νομίζω ότι στα αρχ. ελλην. μιά απίστευτα όμορφη γυναίκα θα αποκαλούνταν όρραμα.
deinosavros
Κι άμα είχε και τίποτις κιλά παραπάνω, πανόρραμα.