Εκθέτω κάποιον σε μεγάλο βαθμό, είτε εσκεμμένα επειδή το θέλω, είτε εν αγνοία μου.

Ο όρος προέρχεται από το ποδόσφαιρο όπου όταν ένας προπονητής βάζει έναν παίκτη να αγωνιστεί από την αρχική εντεκάδα τότε ουσιαστικά «τον βγάζει στη σέντρα» διότι αφενός μεν η σέντρα είναι ο χώρος όπου γίνεται το εναρκτήριο λάκτισμα του αγώνα κι αφετέρου ο παίκτης θα εκτεθεί (θετικά ή αρνητικά) στα μάτια των οπαδών. Αντιθέτως, οι αναπληρωματικοί που αγωνίζονται ως αλλαγή δεν εκτίθενται τόσο ακόμα και σε περίπτωση χαμηλής απόδοσης, γιατί έχουν λιγότερα λεπτά συμμετοχής.

- Ρε Μάκη, τρεις μήνες απλήρωτοι, δε πας να ρωτήσεις το αφεντικό τι θα γίνει με τους μισθούς;
- Οκ πάω.
(μετά από λίγο...)
- Τι έγινε;
- Τι να γίνει ρε Τάσο; Στείλατε όλοι εμένα σα νεότερο και τα άκουσα. Με έβγαλες στη σέντρα κουφάλα κι εσύ την πέρασες ζάχαρη. Δεν έχει μαρούλι λέει και περιμένει τα λεφτά που του χρωστάει το δημόσιο. Άσε που απείλησε με μειώσεις.

Άλλες πηγές:
- Ο Καμπουράκης “έβγαλε στη σέντρα” τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ!
- Πρώην δημάρχους του Πειραιά έβγαλε στη... σέντρα ο Βασίλης Μιχαλολιάκος
- Ο Ζαρντίμ έβγαλε... στη σέντρα τον εαυτό του και τον Μαρινάκη!
- Η ισπανική εφημερίδα Marca έβγαλε στη σέντρα τον διαιτητή Γκρέφε
- Ο Ρότσα έβγαλε στη σέντρα τη διοίκηση

(από HardcoreGR, 20/02/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία