Απαντάται και το μεγεθυντικό φετόλα. Η άσχημη γυναίκα, το μπάζο, η πατσαβούρα.
-Τελικά βγήκες για καφέ με αυτή τη γκόμενα απ' το εμεσέν που γνώρισες;
-Ναι ρε, άσ' τα, φετόλα τελείως ήταν, δεν βλεπόταν.
Απαντάται και το μεγεθυντικό φετόλα. Η άσχημη γυναίκα, το μπάζο, η πατσαβούρα.
-Τελικά βγήκες για καφέ με αυτή τη γκόμενα απ' το εμεσέν που γνώρισες;
-Ναι ρε, άσ' τα, φετόλα τελείως ήταν, δεν βλεπόταν.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
4 σχόλια
Επισκέπτης
Φορέας
Εξαιρετικά
Τρομακτικής
Ασχήμιας
Mr. Cadmus
Το ενδεχόμενο γερμανικής ετυμολογίας (fett = παχύς, λιπαρός/ ουσ. λίπος, ξύγκι, πάχος) το έχει σκεφτεί κανένας ή είναι πρωτιά;
MXΣ
'Ωπερ το ωραία φέτα μετατρέπεται σε οξύ-μωρο!
malakia, ε;
donmhtsos
Πολλοί άνθρωποι (κι εγώ ανάμεσά τους) αισθάνονται μεγάλη απέχθεια/αηδία για το τυρί φέτα και άλλα παρόμοια, πιθανώς εξ αιτίας πλήρους ή μερικής ελλείψεως κάποιου πεπτικού ενζύμου (λακτάσης). Είναι πιθανόν ο χαρακυηρισμός αυτός να προήλθε από ένα τέτοιο άτομο.