Όπως προκύπτει από το α' παράδειγμα, μάλλον χαρτοπαικτικής προέλευσης εξαφανισμένη, ρετρό έκφραση που (κατέληξε να) σημαίνει κάτι που έχουμε πρόχειρο, σε πρώτη ζήτηση, καταπώς μας τα λέει το β' τοιούτον. Ως άσχετος με τον τζόγο του 19ου αιώνα (και των επόμενων δηλαδή αλλά ας μην το κάνουμε θέμα), αγνοώ τι ακριβώς σήμαινε η φράση στα χαρτοπαικτικά συμφραζόμενα, και το β' παράδειγμα είναι από μνήμης, δηλαδή ο Πολυχρόνης, οι εύζωνοι και άλλα τέτοια ωραία. Άμα ξέρει κανείς, ας πει.

- Ποιός θα κόψη, ανεφώνησεν ο Θεμιστοκλής κρατών υπό την χείρα του την τράπουλα των παιγνιοχάρτων.
Ο κύριος με το στρατιωτικόν μούσι εκράτει ήδη το σπαθί και τα χαρτιά εκόπησαν.
- Έτοιμα!...Τα γυρίζω.
Ο άσος ευρέθη φάτσα και ο ρήγας εις τον πρώτον λύκον και οι δύο δυνατοί πονταδόροι έχασαν.

Ι. Κονδυλάκης Οι Άθλιοι των Αθηνών (1895), εκδ. Νεφέλη.

Σε κάποιο κείμενό του ο Τσιφόρος γράφει πως οι γυναίκες έχουνε το κλάμα στον πρώτο λύκο για να τουμπάρουν τους άντρες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
ΣτοΔγιαλοΧτηνος

Κάτι λέει ο Σαραντάκος εδώ, σχόλιο 93.

#2
ΣτοΔγιαλοΧτηνος

Στα να το κοπυπαστώσω μία να υπάρχει.

λύκος λεγόταν ο επικρουστήρας στα παλιά όπλα. Είχε μάλιστα δυο σκάλες, εξού και ‘πρώτος λύκος’, όταν είναι έτοιμο να πυροβολήσει. Από εκεί πέρασε η έκφραση «στον πρώτο λύκο» και στη χαρτοπαιξία, που τη βρίσκω σε παλιά κείμενα και δεν ξέρω τι ακριβώς σημαίνει.

#3
dryhammer

κατι τετοιο εννοει ο Κονδυλάκης

#4
ΣτοΔγιαλοΧτηνος

Ναι, αλλά τι ακριβώς σήμαινε κ σε ποιό παιχνίδι?

#5
donmhtsos

Ἔχω διαβάσει ἤ ἀκούσει σὲ κάποιο ἔργο τοῦ Τσιφόρου:

"Εἶναι στὸν πρῶτο λύκο γιὰ διπλοβράχιολο."

Κττμγ σημαίνει εἶναι στὸ στόχαστρο, κινδυνεύει ἄμεσα.

#6
dryhammer

άν πχ παίζουν εικοσιένα (ελληνιστί blackjack) και η μάνα κάνει άσο-ρήγα (11 + 10) τους τα παίρνει όλα

#7
ΣτοΔγιαλοΧτηνος

Καλό! Μένει να μάθουμε αν στην Αθήνα του 19ου αιώνα παιζόταν το μπλακτζάκ ή κάτι παρόμοιο.

#8
ΣτοΔγιαλοΧτηνος

Η μαλακία της ημέρας.

Οι χαρτοκλέφτες, μετά την εφαρμογή της πίσσας και πριν την επικάλυψη με πούπουλα είχαν μπλακ μπατζάκ.

Πέρας ώρας αυνανισμού.