Άτομο που έχει καεί από τα ναρκωτικά κυρίως. Επίσης το χρησιμοποιούμε και για άτομα που τα σπάνε στο πάρτυ.

  1. Έλα μωρή καΐλα.

  2. Καλά ο Μπάμπης είναι μεγάλη καΐλα... Άκουσα ότι έβαλε χρυσά ρουθούνια...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Επισκέπτης

δεν θελω να το παιξω εξυπνος αλλα ειναι ουσιαστικο , η κα'ι'λα, και οχι επιθετο.ο ''κα'ι'λας'' υπαρχει και δεν θα πεις δλδ ο μακης ειναι κα'ι'λα, αλλα ο μακης ειναι κα'ι'λας και λεει κα'ι'λες