Κατά το χαμούρεμα ή το παιχνίδι με μια γκόμενα, όταν κάποιος όντας άσχημα καυλωμένος έχει μουσκέψει κάπως το εσώρουχό του, χωρίς όμως να τελειώσει. Με λίγα λόγια, από την καύλα σταλάζει... Συνώνυμο του ξεροχύνω.

- Άσε ρε φίλε, με τρέλανε η γκόμενα! Έπαιζε για μια ώρα, στο τέλος με φίλησε κιόλας... Είχα κάτι καύλες γάμησέ τα... Στάλαζα σου λέω!

Είπαμε, αλλά αυτός το παράκανε (από Khan, 09/12/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
allivegp

Εμένα μου αρέσει πιο πολύ το «σιγοχύνω» ή «αργοχύνω».

#2
Galadriel

Ποιητής...