Δέρνω κάποιον τόσο άσχημα που έρχεται και πρήζεται σαν γκάιντα. Περιέχει, συνήθως, μία δόση υπερβολής.
Συγγενή λήμματα: βρωμόξυλο, ταβερνόξυλο, μπουκέτο, κλωτσομπουνίδι, σουλτάν μερεμέτι, σάτα κιούτα
- Μαζέψου, ρε μπινέ, να μην έρθω εκεί και σε κάνω γκάιντα.
1 σχόλιο
Ο ΑΛΛΟΣ
Το ακριβές συνώνυμο είναι «κάνω τουλούμι». Το τουλούμι είναι ο ασκός, είτε της γκάιντας είτε για οποιαδήποτε άλλη χρήση.