Αυτή που διψάει για σπέρμα. Χαρακτηρίζει γυναίκες λυσσάρες είτε επειδή είναι παρτόλες, είτε επειδή τις έχει φάει η αγαμησιά.

Βλέπε και σπερμοδιψής, τσιμπουκοζητιάνα, σπερματοζητιάνα.

- Το βράδυ η δικιά μου θα φέρει και δυο φίλες τις σπερματοδιψάζουσες. Άμα θέλεις, έλα και χώσου!

(από Khan, 31/01/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
acg

Κλινεται οπως η θεσμοφοριαζουσα να υποθεσω;

#2
Galadriel

Χαμούρεμα (ορισμός: νερό), ξεζουμίστρα, και τώρα και σπερματοδιψάζουσα - είναι αυτό Τυχαία; Με όλα αυτά τα υγρά τριγύρω; Τιδγιάλα!