Χρησιμότατο μαγικό φίλτρο. Όποιος το πίνει εξαφανίζεται από μπροστά μας.

Ενδείκνυται η χορήγησή του σε τύπους μας τά 'χουν ζαλίσει μέχρι εκεί που δεν πάει διότι μιλάνε πολύ, λένε μαλακίες κ.λπ. Επίσης σε μωρά που τσιρίζουν.

Ενίοτε, το πίνουμε και οι ίδιοι αυτοβούλως για να αποφύγουμε κάποιον ενοχλητικό (βλ. ανωτέρω), για να μη μας κάνουν τσακωτούς κ.ο.κ.

Το εξαφανιζόλ συντάσσεται πάντα με το ρήμα 'πίνω'. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η φράση 'το πίνω' αρκεί - το εξαφανιζόλ παραλείπεται ως ευκόλως εννοούμενο.

  1. - Πιες το ρε Δημητράκη να ησυχάσουμε ... μας τά 'χεις κάνει νταούλια απ' το πρωί.

  2. - Πού το ακούμπησες το εξαφανιζόλ, Βασούλα ... να το πιω μία πριν έρθει η σπασαρχίδω η ξαδέρφη σου ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
allivegp

Πρέπει να υποσημανθεί η εννοιολογική διαφορά σε σχέση με το λήμμα «Τομπούλογλου», αφού το τελευταίο ενσωματώνει μια πιο επιτακτική χροιά, περιέχουσα θυμό ή/και αγανάκτηση, ιδίως όταν απευθύνεται στον συνομιλητή μας:
-Σου είπα μάζεψ΄τα! Τομπούλογλου! αλλά:
-Ωχ, άρχισε η Τσέλσι! Εξαφανιζόλ!

#2
iron

επίσης «εξαφανιζατόλ»