Από την φράση μου πιάνουνε τον κώλο και την γαλλίζουσα κατάληξη -λέ, η λέξη πιασοκωλέ χρησιμοποιείται για να δηλώσει κάτι υπερβολικά ακριβό.

- Πόσο ήρθε η λυπητερή;
- 35 ευρώ ο καθένας...
- Ωχ! Πολύ πιασοκωλέ το μαγαζί...

Σχετικό: πιασοκωλείο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία