γ' εν. γαμπρίζω, ζευγαρώνω

Η γάτα μας αυτό τον καιρό γαμπρίζει. Δεν μαζεύεται σπίτι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία