Κατάσταση στην οποία οδηγούνται κάποιοι μετά από υπερβολική κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.

Η όψη τους θλιβερή, η φάτσα παραμορφωμένη. Μάτια πρησμένα και κόκκινα, στόμα μισάνοιχτο, μαλλιά αχτένιστα, και ρυτίδες σε έξαρση.

Τάκης: Έλα ρε! Γιατί δεν το σηκώνεις το γαμοτηλέφωνο;
Μανώλης: ... Ποιος είναι;
Τάκης: Ρε μαλάκα κοιμάσαι ακόμα;
Μανώλης: Ωχ, τι ώρα είναι;
Τάκης: Δύο και δέκα. Σε είκοσι λεπτά πρέπει να είμαστε στη Βάρκιζα!
Μανώλης: Όχι ρε πούστη!!!... Ντύνομαι κι έρχομαι να σε πάρω.
Τάκης: ... Καλά ρε μαλάκα πάλι την ήπιες.
Μανώλης: Άσ' το! Ήρθε χθες ο Μάρκος με έναν ξάδερφό του κρητικό , και δύο λίτρα τσικουδιά.
Τάκης: Και σίγουρα τα κατεβάσατε!!
Μανώλης: Ναι μαλάκα, γίναμε κουνουπίδια.

(από nick, 20/04/08)(από poniroskylo, 20/04/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
nick

στην κρητική διάλεκτο:
α) εγίνηκε καζίκι τση μεθιάς
β) εγίνηκε πηλά
γ) εγίνηκε στάκα
δ) εγίνηκε σταφίδα
ε) εξετσιλακώθηκενε
στ) εγίνηκενε τάπα
ζ) εστάκωσε

#2
poniroskylo

Η ομοιότης είναι, πράγματι, εκπληκτική. Τσίμπα ένα ποντάκι. Και θα σου 'δινα κι ακόμα ένα για τα Κρητικά άμα μπορούσα

#3
nick

συνώνυμο: γίναμε κουδούνι

#4
vikar

Συνώνυμα για την «(υπερβολική) μέθη» υπάρχουν μπόλικα και στα σχόλια του λιάρδα.

#5
jesus

κουνουπίδια είναι κ δύο ίδια κουνούπια, κατά το κλασσικό παιδικό ανέκδοτο.

#6
Vrastaman

...που κατάγονται από το Κουνουπακι-στάν

#7
Ο ΑΛΛΟΣ

Μην κάνετε κλικ στο δεύτερο μήδι: είναι πολύ καλύτερο έτσι όπως φαίνεται σκέτο.

#8
dryhammer

Κι επειδή στα Αλβανικά πίδι είναι το μουνί, κουνουπίδι= κωνωπαιδοίον