Το πιοτί, όταν βγαίνεις έξω με σκοπό να γίνεις κομμάτια, ντέφι, λιάρδα, κόκκαλο, στουπί, να σουρώσεις βρε αδερφέ. Συνήθως συνεπάγεται με περατζάδα σε παραπάνω από ένα μέρη αλλά ΠΑΝΤΑ με μοναδικό στόχο να πιεις τον αγλέουρα, σε σημείο να χάσεις τις αισθήσεις σου.

Πιθανή καταγωγή από το bevere (λατινικά;), απαρέμφατο του πίνω.

- Πού είναι ο Γιώργος;
- Κάπου στο κέντρο θα τον βρούμε, έχει ξεκινήσει την μπέβα από νωρίς.

Το ρήμα πίνω στα λατινικά είναι το bibo, bibi, -, bibere. Πάντως στα ιταλικά το beva είναι προστακτική β' προσώπου και σημαίνει πιες. Όποιος ξέρει ιταλικά, ας μας διαφωτίσει περισσότερο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία