Έκφραση που προέρχεται από τα λατινικά (colubra=είδος φιδιού) και παραπέμπει σε κάτι δυσάρεστο ή ενοχλητικό. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και αντί του παθαίνω πλάκα. Σύμφωνα με το λεξικό του Τριανταφυλλίδη, στα λατινικά χρησιμοποιείτο ως quas tu edes colubras; (τι φίδια θα βγάλεις απ' το στόμα σου;) δηλ. είσαι τρελός;

Φιλαράκι, αν πας και δεις το σπίτι που μένουν οι γονείς του Κώστα, θα πάθεις κολούμπρα. Μιλάμε, είναι και γαμώ τα σπίτια!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Vrastaman

Υπάρχει και στα Τζυμπριακά:
«Πεύκω τσειαχαμέ στην καρκόλλαν τζιέ η κελέ μου εν κολούμπρα» (Ξαπλώνω στο κρεββάτι με ισχυρό πονοκέφαλο)