Αλλιώς η κωλοφεράντζα. Για ανθρώπους αλλά και κάθε τι κινούμενο που με ορμή και βία παρασέρνουν τα πάντα στο πέρασμά τους.

α. Τα παίρνει ο χοντρός και αρχίζει και τρέχει και τους πήρε παραμάζωμα και τους δυο, τους κόλλησε στον τοίχο και τους άρχισε...

β. Τού 'φυγε το αμάξι στη στροφή και πήρε παραμάζωμα όλο το μαγαζί, καρέκλες, τραπέζια, ομπρέλες, πέργκολες τό κανε καλοκαιρινό.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
jesus

η κωλοφεράντζα κ το παραμάζωμα είναι διαφορετικά πράματα.

#2
Galadriel

«τα πήρε όλα σβάρνα»

#3
Ο ΑΛΛΟΣ

Η σβάρνα ήταν ένα παλιό γεωργικό εργαλείο: μια μεγάλη τετράγωνη τάβλα, με κοφτερές πέτρες από κάτω. Το ζεύουν στα βόδια, ο ζευγάς στέκει απάνω για βάρος, και καθώς σέρνεται η σβάρνα στο χώμα ανοίγει μικρά αυλάκια για τη σπορά (σε χώμα που έχουν ήδη οργώσει). Άρα η έκφραση πρέπει αρχικά να ήταν «τα πήρε η σβάρνα».

Αλλά ποια η διαφορά μεταξύ παραμαζώματος και κωλοφεράντζας;

#4
Επισκέπτης

Στην Κρήτη η σβάρνα είναι γνωστή ως βολόσυρος. Μπορείτε να φανταστείτε τι γίνεται αν στη θέση του «β» μπει ένα «κ»...!

#5
xalikoutis

σωστό το μαρουλάκι, βλ. και τη μαντινάδα

[I]στο 4 επί 4 θα βάλω κοτσαδόρο
να βολοσέρνω το κριγιό να στονε φέρνω δώρο[/I]

#6
Ο ΑΛΛΟΣ

Κωλοσούρνω πάντως υπάρχει σε διάφορα ιδιώματα (συγκεκριμένα το έχω ακούσει στα Κώτικα, απλώς δεν είμαι σίγουρος αν ήταν με -ού- ή μήπως με -ύ- ή -έ-), και δεν είναι καθόλου σλανγκ, θεωρείται μια χαρά κόσμια λέξηγια όταν κουβαλάς κάτι σέρνοντας.

#7
deinosavros

Κι οπίσω τα κοντάρια τους κωλοσυρτά τ' αφήνα
την πρίκα και τον πόνο τους εδείχνα μετά κείνα
(Από τον Ερωτόκριτο).