Ελάχιστα μειωτικό συνώνυμο του «άνθρωπος». Χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον σε λαϊκό context και κυρίως σε διηγήσεις ευτράπελων, δυσάρεστων και ταλαιπωρητικών ιστοριών της καθημερινότητας.
Επίσης: άνθρωπας, άθρωπας.
3 ώρες έκανα να πάω με το αυτοκίνητο από την Κολιάτσου στην Αμερικής. Τι τραβάω ο άθρωπας!
ή
Μία φορά έβαλα τρούπια κάλτσα και έτυχε να μου ζητήσουν στο αεροδρόμιο να βγάλω τα παπούτσια μου. Ρεζίλι έγινα πάλι ο άθρωπας.
6 σχόλια
acg
Επίσης και άθρωπας (κατά το έμπορας / Φίλιππας κλπ)
jesus
εεε...έτσι δεν το έχει το παιδί δε θείο;;
provato
jesus αυτό σκέφτηκα κι εγώ και μετά λέω «κάτι δεν έχω καταλάβει δεν μπορεί» ουφ με ανακούφισες! :-P
iron
α ρε acg, πας για γυαλάκια, το βλέπω το πράμα...
poniroskylo
Σχετικό και αυτό: ανθρώπας/ άνθρωπας
acg
Νταξει.. Νταξει κυριε Ματζιροπουλε (που ελεγε κι ο Καλυβατσης). Γιατι το ειδα «ο» το «α» κανεις δεν ξερει. Ισως ημουν ακομη επηρεασμενος απο εκεινο το «ο» στο «γκομενο»;)