Εξυπηρετώ, κάνω το χατίρι κάποιου, επιδεικνύω ειδική μεταχείριση. Εναλλακτικά: συστήνω σε κάποιο γνωστό μου άτομα του αντίθετου φύλου.
- Φίλε, γνώρισα μια παρτόλα... τρέφεται μόνο με σάντουιτς.
- Ε, φτιάξε με ρε μαλάκα!
(μετρ σε γνωστό κέντρο διασκέδασης)
- Ρε φίλε, με γαμάς. Τέτοια ώρα που μου ήρθες πώς να σε φτιάξω;
2 σχόλια
notheitis
Έχει ακουστεί και σαν φιξάρω
- Αλέκο, παίζει κανένα τραπεζάκι το βράδυ;
- Κοίτα να μου έρθεις νωρίς όμως να σε φιξάρω
patsis
«θα σε φτιάξω (καλά)»: απειλή, θα σου δείξω εγώ, θα σε κανονίσω, θα δεις τι έχεις να πάθεις από εμένα. Π.χ. εδώ.